πορτραῖτο τοῦ
Stefan Roll ἀπὸ
τὸν Marcel Iancu
|
Stefan
Roll
Πέντε Ποιήματα
Πέντε Ποιήματα
Ἀπόδοση στὰ
ἑλληνικά: Δημήτρης Κανελλόπουλος
Ἀναδημοσίευση ἀπὸ τὸ περιοδικὸ Ὀροπέδιο τεῦχος 2ο,
Χειμώνας 2006.ECRAN
διὰ τετραγώνων μέσα στὴν ὀρθόδοξη σιωπὴ
τῆς ἐποχῆς
κλειστὰ τῆς Κεντρικῆς Εὐρώπης τὰ
ἐργαστήρια
ἐπίθετα ἀπὸ κάμφορα στὶς ξύλινες συνοικίες
καὶ δέντρα ποὺ μασουλᾶνε κύβους ζάχαρης
νερὰ πιασμένα μὲ τὸ γάντι κι ἀφίσες
ἡττημένες
τὸ ἔκζεμα, πάνω στὸ σβέρκο τ’ οὐρανοῦ
καὶ οἱ τυπογράφοι
στὴν τσόχα ἐπάνω ἀνακατεύουν τὶς
αἰσθήσεις ὅλες.
Ἡ μελωδία σου, βινιέτα γιὰ τὸ πανὸ τῆς
νύχτας
κορμὶ ἀλειμμένο μὲ λάδι ἀπὸ καμένο ὀστὸ
στὴν ἀγρύπνια τοῦ Ἀϊ Γιάννη.
Καρδιὰ ξεριζωμένη ἀπὸ μηροὺς καὶ βάρκες
τῶν ἀστεριῶν, αὐτόγραφα χαρίζουνε
μορφίνη
τὴ Σαλώμη γεωμετρικά ἡ διαίσθησή σου
προσμετρᾶ
κάθε λεύκα σου ἔχει ἀγοράσει κι ἀπὸ ἕνα
πορτοφόλι
διὰ τοῦ ἀμφιβληστροειδοῦς ἡ καταχνιὰ
τοῦ κόσμου
καὶ ὀρχῆστρες
φωσφόρου, διὰ τῆς ὀρθογραφίας τῆς
σιωπῆς, μὲ θήλαστρο
πάνω στῶν ξεχασμένων φάρων τὸ φεγγάρι.
Punct, ἔτος 2ο, ἀριθ. τχ. 8, 9 Ἰανουαρίου 1925
Ἀκόμη ξέρεις τῆς κραυγῆς βραχιόλι
τῶν πουλιῶν τὶς πράσινες ψιχάλες;
Τὰ βλέφαρα πάνω στὸ χαρτὶ τῆς σύνθεσης
κι ἡ καρδιὰ στὸ μεταξένιο φουλάρι
ὡς τελευταία προέκταση τελειώνει.
Μέσα της κλείνει ἡ ὀθόνη, τὴν ἀέναη μελαγχολία
τοῦ Μικάδο
Ντύσου μὲ τὴν εἰκόνα σου
μέσα στὸ ἄλμπουμ μὲ τὰ τρίγωνα καὶ τοὺς
μεταθανάτιους
παπαγάλους.
Ἀπ’ τοῦ
βιολιοῦ τὴ φλούδα
μέσα ἀπ’ τῶν λωτῶν τὸ ζωτικὸ ἄϋλο ξύλο,
ἀνοίγει τῆς πηγῆς τὴν ἄτρωτη γραφὴ
λευκόχρυσο κυριλλικὸ τραγούδι
στὴν πόλη μὲ τὶς γαλότσες ἀπὸ μουσελίνα.
Ὅταν χιονίζει ὅπως, μέσα σ’ ἕνα κόσμημα
ἀπ’ τὸ
Βλαδιβοστὸκ
οἱ ἀγχωμένοι κάτοχοι ἑνὸς ἐγγλέζικου
σουὲτ
ὡς σερπαντίνες ἄνευ ἐντυπώσεων
φεγγάρι ἀπὸ μπαμπάκι.
Μὲ τὸν διαβήτη, γάτοι κυρίαρχοι μὲ ἦχο
πήλινο
εἰσβάλλουν μέσα στὴν ἄνευ βάρους ὡς
σελιλόζη,
ἀγρύπνια
στῶν κερασιῶν τὸ μπράτσο σκαλισμένη
ἀπ’
τοὺς ταράνδους.
Ἡ ταχεία σκίζει ξέφρενα τὴν ἐθνικὴ
ὡς ἡμερολόγιο ποὺ ἀποτύπωσε τὶς
Κυριακὲς
μὲ βάμμα ἰωδίου
τῶν γερακιῶν πεντάγωνο τὸ σούρουπο ὡς
ἔγχυσις τεΐου.
Punct, ἔτος 1ο,
ἀριθ. τχ. 3, 6 Δεκεμβρίου 1924
Κ.Λ.Π.
Ἐξαρθρωμένη
ἡ ἀγάπη μου καθέτως
ὁ σπλήνας σου μιὰ ραπτομηχανή, σύννεφα
ράβει
κι ἀποπληθωριστικὲς φωνὲς
πάει δεξιὰ ὁ μπάτσος ἀπὸ τὸ Βερολίνο.
Γκρίζα
ἀστέρια ποὺ σφυρίζουν στῆς
γραμματικῆς τὰ λάθη
τὸ βῆμα σου 300 γυάρδες σημαδεύει στὸ
ἀεροδρόμιο
κατὰ τὶς πέντε ἡ ὥρα σάντουιτς σοῦ
προσφέρουν
τὰ
φωσφορικά σου νεῦρα
δὲς, λαμπτῆρες μὲ ὑπὸ τὸ μηδὲν οἱ
κλίμακες
διαγωνίως κι ἀπὸ μέσα ἀπ’ τὸ γιλέκο
κουβαλάω
μία
διάνοια μικρούλα
ὡς λαμπτήρα ἢ ξυπνητήρι μάρκας ὠμέγα
στῶν μιούζικ χὼλ τοὺς γαλάζιους
δοκιμαστικοὺς
σωλῆνες χόρεψα
μὲ τὶς ἀκακίες, ἕνα πόκερ ἐκπληκτικὸ νὰ
παίζουν
στὶς πλατεῖες, μὲ τὰ χέρια στὶς τσέπες
κοῦρσες Φὸρντ
ὁ Ἔντι φοράει τὴν ψυχή σου καρφωμένη μὲ
πινέζες
ὁ ἀγέρας τρεῖς βδομάδες μὲς στὸ Λούνα
Πὰρκ
ἄνεργος γυρίζει
Ὁ T.S.F. ἔσβησε τὸν οὐρανὸ μ’ ἕνα
σύρμα τοῦ παρκέ.
Περιοδικὸ Integral, ἔτος 1ο ἀριθ. τχ. 4, 1η
Ἰουνίου 1925
ΜΕΤΑΛΛΟΕΙΔΗ
Ἐμεῖς ἐγχύουμε τὴ δυναμική τοῦ ἀτόμου
ἐλαστικοὶ κατασκευαστὲς
πνευμόνων τῶν πόλεων
σπόνδυλοι ἀπὸ μπροῦτζο
θραύσματα μυῶν λευκόχρυσου
εἴμαστε ἡ ἀορτὴ τῆς μέρας
αὔριο μπορεῖ νὰ γογγύξουν ἄλλοι
ἀθλητὲς
θὰ ξεσηκώσουν τὰ γεωλογικὰ στρώματα
μὲ μεταλλικὸ ζῆλο
δονούμενοι
κατὰ πλάτος
τῆς μαγνητικῆς ἀρτηρίας
ποὺ χύνει
ἀκάθεκτες
πυρακτωμένες
ἀναπνοὲς
ζωὴ κομμένη ἀπ’ τὶς ἀτράκτους
τ’ ἀτσαλιοῦ
εὔκαμπτη ἀδιαμφισβήτητη
σύνθεση ἐξ αἰτίας τῆς πόλεως
ἀτμοσφαιρικὰ ἑκατοστὰ
κ.λ.π., κ.λ.π.
περιοδικὸ 75 HP, Ὀκτώβριος 1924
ΠΟΙΗΜΑ ΕΝ ΜΕΣῼ ΒΑΣΙΛΕΩΝ
tοῦ B. FUNDOIANU
Τί ὄμορφα ποὺ στέκονταί σου στὴ σειρά,
τοῦ χρυσοῦ οἱ ράβδοι
καὶ τὰ βουνὰ πρὸς τὴ δύση
τέταρτο τοῦ Κενταύρου
καὶ οἱ κάτω χῶρες γυρίζουν πρὸς τὰ πάνω.
Εἶναι ψηλὰ κι ἀπαγορεύεται τὸ φῶς τῶν
ἀστεριῶν
νὰ ’χεις στὸν ὦμο·
εἶναι ὄμορφος ὁ πρῶτος —μὲ τὴ μπλὲ στρωτὴ
γραμμὴ στὰ μάτια—
σὰ νὰ μὴν ἐλπίζεις, σὰ νὰ μὴ ματιάζεις
σὰν κλειδωμένος, νὰ καταμετρᾶς.
Πέρασε ἀπ’ ἐδῶ ἕνας βασιλιὰς μπασμένος
μέσ’
στὶς μποῦκλες στρογγυλὸς σὰν πορτοκάλι
μὲ μιὰ κόλλα κολλημένος, στὸ χρυσὸ
πασαλειμμένος
ἕνας βροντόσαυρος πού, ἀπ’ ἐδῶ εἶχε
περάσει πάλι
μ’ αὐτὸν μὲ ρίχνουν στὸ κενὸ ἀέρος
τὸν δένουν ἀπὸ τὸν οὐρανὸ πάνω ἀπ’ τὸ
γεφύρι
τὸν δένουν ἀπ’ τὰ δόντια καὶ τὸν βάφουν
ἕνα πλάτανος ἐγώ, ποὺ πολὺ τὸν ἀγαπῶ
Θέλεις βασιλιὰ καληώρα;
Θέλεις βασιλιὰ ἐμεῖς οἱ δυό:
μὲ τὴν χιονισμένη ἐμπροσθοφυλακὴ
καὶ μὲ τὴν ὁλόασπρη σὰν δόντι σπάθα
νὰ πυρπολήσουμε τὴ χώρα ὡς νὰ ’ταν ἄλλη χώρα;
Πέθανε
ἕνας βασιλιὰς ἐδῶ πέρα, ἕνας οὖνος
μὲ γλοιώδη δόντια σὰ σαπούνι
μ’ ἕνα κίτρινο κεφάλι σὰν τ’ ἀπόνερα
ἑνὸς λάκκου
μὲ μιὰ λόγχη ξερὴ ἀπ’ τὸ πρόσωπο
Βοεβόδες ξεπεζεύουν ἀπὸ τῆς ἐλιᾶς τοὺς
κλώνους
μὲ λουκέτα τὸ φεγγάρι, ἀπ’ τὰ
ματοτσίνορα κλειδώνουν
μιὰ πριγκηπέσα γδύνεται καὶ μπαίνει
στὴν πισίνα
καὶ θωρεῖ τὰ κόκκινα ψάρια μὲ τὴ δρόσο
τῶν βλεφάρων
καθὼς βουτάει νὰ κολυμπήσει μ’
ἀλαβάστρινους μηροὺς
Ἡ χώρα ἀνοίγει τὰ βουνὰ στὸ παραθύρι
ἔρχονται τραχεῖς χωριάτες ἀπὸ τοὺς
κάμπους τοὺς λιγνοὺς
πάνω στὴ γλάστρα ἁπλώνει ἀγγέλους ἡ
νυχτιὰ
κι ἡ γῆ μὲ τὸ κεφάλι της πλαγιάζει,
μέσα στὰ λουλούδια.
Ἀλλὰ
ἕνα κέλτης βασιλιὰς τὴ σταματάει
ἀπ’ τοὺς ἄλλους βασιλιάδες ὁ πιὸ
γρήγορος αὐτὸς
ἕνα
ἀστέρι κόβει ἡ ἀρχοντιά της, τοῦ τὸ
στέλνει
κι
ὁ καιρὸς συννεφιασμένος καταπάνω της ὁρμάει
Στὸ μυαλὸ του τώρα μπαίνει μὲ τὴ σκέψη
στὸ βασίλειο
μ’ ἀγωνία νὰ διαφύγει ἡ ἀρχοντιά της,
προσπαθεῖ,
τοὺς
μηροὺς της μὲς στὰ φύκια
ποδοβολητὸ ἀλόγου σπάζει ὁ Ἑωσφόρος
κι ἀπ’ τοῦ ὁρίζοντα τὴν ἄκρη νὰ ’τος
ἕνας βασιλιὰς καψούρης
Ἐδῶ
πέθανε ἕνας βασιλιάς, σπανὸς
διπλοβελονιὰ
ραμμένος σ’ ἕνα πλεμόνι πάνω
κι ὅλοι οἱ βασιλιάδες
πίνουν
μπλάβοι σὰν τοὺς ναυτικοὺς
unu, ἔτος 1ο , ἀριθ. τχ. 6, Ὀκτώβριος 1928
Ὁ Στεφάν Ρὸλλ (Γεώργιος Ντίνου) γεννήθηκε
στὶς 5 Ἰουνίου 1906 στὴ Φλώρινα καὶ πέθανε στὶς 14 Μαΐου 1974 στὸ Βουκουρέστι.
Ἕλληνας τῆς διασπορᾶς ἢ βλάχος μὲ ρουμανικὴ συνείδηση; Ὅσο κι ἂν ἔψαξα δὲ
μπόρεσα νὰ τὸ διευκρινίσω. Οἱ πηγὲς εἶναι θολές, πουθενὰ δὲν ἀναφέρεται, σὲ ποιά
ἡλικία ἦλθε στὴ Ρουμανία. Πάντως συμμετεῖχε στὸ κίνημα τοῦ ὑπερρεαλισμοῦ, ἀπὸ
πολὺ νέος καὶ ὑπῆρξε ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ σημαίνοντες ἐκπροσώπους του. Ἦταν γιὸς μαγαζάτορα.
Αὐτοδίδακτος. Στὶς ρουμανικὲς πηγὲς δὲν ἀναφέρονται σπουδές, οὔτε κὰν οἱ
ἐγκύκλιες. Τὸ γαλακτοπωλεῖο του στὸ Βουκουρέστι, τὸ ὁποῖο οἱ φίλοι του τοῦ
σουρεαλιστικοῦ περιοδικοῦ “unu” τὸ βάφτισαν «Αἰώνας», ὑπῆρξε ἕνα εἶδος
φιλολογικοῦ καφενείου γιὰ τὴ λογοτεχνικὴ πρωτοπορία τῆς δεκαετίας τοῦ ’30. Ἀπὸ
τοὺς σημαντικότερους συνεργάτες τοῦ περιοδικοῦ unu, ὅπου τὰ πεζὰ κείμενά του τὰ
ὑπογράφει μὲ τὸ πραγματικὸ ὄνομά του –Gheorge
Dinu– ἐνῶ τὰ ποιήματά του μὲ τὸ ψευδώνυμο Stefan Roll. Ἦταν ἀκόμη συνδεδεμένος μὲ τὰ περιοδικά:
«Contimporanul», «75 H. P.», «Punct», «Integral», «Urmuz», «Meridian»,
«Pinguinul».
Βιβλιογραφία: Ποιήματα σ’ ἐλεύθερη
πτώση (Poeme in aer liber, Ἐκδόσεις
Integral, Βουκουρέστι 1929), Ὁ ζωντανὸς θάνατος τῆς Ἐλεονόρας (Moartea vie a
Eleonorei, Ἐκδόσεις unu, 1930), Ἡ Διακήρυξη, (Manifestaţie, Ἐκδόσεις Orizont,
Βουκουρέστι 1945) καὶ Χρυσὸ φαγοπότι,
«Ospatul de aur», Ἐκδόσεις Editura pentru Literatura, Βουκουρέστι 1968,
ἀναδρομικὴ συλλογικὴ ἔκδοση ποὺ περιλαμβάνει καὶ ἀνέκδοτα ποιήματα).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου