Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 17, 2012

ΧΡΙΣΤΟΣ ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΑΚΗΣ: ΤΡΙΑ ΜΙΚΡΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ

Χρῖστος Ρουμελιωτάκης
ΤΡΙΑ μικρά ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ

                                                                                            
Στὸν Μαΐστορα Ἠλία Χ. Παπαδημητρακόπουλο

Σὰν σήμερα

Χτύπησε τὴν πόρτα μὲ τὸν παλιὸ συνθηματικὸ τρόπο. Ἡ πόρτα ἂνοιξε.

—Τί ἦρθες ἐδῶ, δὲν ξέρεις ὅτι ἔχω παιδί, εἶπε. Κοίταξε δεξιὰ καὶ ἀριστερά, ψυχή, κι ἔβαλε τὰ κλάματα.

Τὸ ραδιόφωνο μέσα μετέδιδε ἐμβατήρια.

Τὴ μέρα ἐκείνη τὸ ἡμερολόγιο στὸν τοῖχο, μὲ τὴν παλιὰ ξυλογραφία τοῦ Τάσου, ἔγραφε: Παρασκευή, 21 Ἀπριλίου 1967.


Καὶ τὸ παιδὶ

Στ χρόνια λοιπν  κενα εχε ξεσπάσει πάλι σωκομματικ διαπάλη. Μ τέτοια νταση, πο ν εχαμε πολυβόλα θ εχαμε μείνει ο μισοί. Κα ετυχς πολυβόλα εχε μόνο φρουρά.
κενα τ χρόνια εχανε καθιερωθε κα τρέχανε κα τ μέτρα πιεικείας, πως τ λέγανε. Στν ρχ μ τν Πλαστήρα κα στερα μ τν Παπάγο. Μποροσες, δηλαδή, ν ζητήσεις τν ναθεώρηση τς δίκης σου. τσι πολλς χιλιάδες, πο εχανε καταδικασθε κόμη κα δς τρς ες θάνατον, εχαν πιτύχει τ μετριασμ τς ποινς τους κόμη κα τν πλήρη θώωσή τους.
Τέτοια ταν περίπτωση το Σπύρου Π. π τν Κέρκυρα. στερα π δέκα χρόνια στ φυλακή, τ ναθεωρητικ τν εχε κρίνει θο κα εχε διατάξει τν πόλυσή του. Κα γι τ λόγο ατό, νά, τώρα, πλενε τ ροχα του κα τοιμαζόταν. Τότε ταν πο κε, στ βρύση, γινε κόλουθος διάλογος μ τν συμπολίτη του Ν.Κ., πο κι ατός, δίπλα του, πλενε τ δικά του, τ χιλιομπαλλωμένα, λλ πο εχε ταχθε μ τος λλους.
—Φεύγεις, λοιπόν;
—Ναί, φεύγω.
—Καὶ θ πς στ χωριό;
—Ναί, θ πάω.
—Καὶ θ βρες τ γυναίκα σου;
—Ναί, θ τ βρ.
—Καὶ τ παιδί;
—Ναί, κα τ παιδί.
λος διάλογος ατς δν θ εχε διαίτερη σημασία ν δν κατέληγε στν τελευταία ρώτηση, πο βέβαια μόνο ρώτηση δν ταν, κα στν τελευταία πάντηση.
—Καὶ τ παιδί;
—Ναί, κα τ παιδί.
Γιατὶ Σπύρος Κερκυραος, π τ χωρι το Κωνσταντίνου Θεοτόκη, ταν μπκε στ φυλακ δν εχε παιδί. Κα τώρα, λοι τ ξέρανε, γυναίκα του, κε στος Καρουσάδες, εχε να παιδ δυόμισυ χρον.   


Μόνιμη θλίψη

Ἤμασταν τρεῖς. Ἡ Μαριάννα (πραγματικὸ ὄνομα Νίκη), ὁ Πέτρος (πραγματικὸ ὄνομα Δημήτρης), κι ἐγὼ (πραγματικὸ ὄνομα Χρῆστος). Ποιός εἶχε τὴν ἐπαφὴ δὲν ξέραμε. Ὑποθέτω ἡ Μαριάννα, γιατὶ μιὰ μέρα μᾶς σταμάτησε γιὰ μεγάλο διάστημα χωρὶς ἐξήγηση.
Τὰ θυμήθηκα τὸ πρωὶ στὴν ἀνακαίνιση, καθὼς πίσω ἀπὸ τὴν ντουλάπα βρῆκα τὸ πορτραῖτο τοῦ Μπρέχτ,  στὴν παλιὰ κλασικὴ ἀπεικόνιση, πού μοῦ τὸ εἶχε χαρίσει ἡ Μαριάννα. Φερμένο ἀπὸ τὸ Ἀνατολικὸ Βερολίνο.
Τί ἀπογίναμε, στοχάζομαι τώρα. Ὁ Δημήτρης (πραγματικὸ ὄνομα Πέτρος) ἔγινε ὑποθηκοφύλακας Νέας Φιλαδελφείας, ἡ Νίκη (πραγματικὸ ὄνομα Μαριάννα) ἔγινε νομικὸς σύμβουλος στὴν Ἐθνικὴ κι ἐγὼ (πραγματικὸ ὄνομα Τρέχα Γύρευε) δικηγόρος, μὲ εἰδικότητα στὸ δίκαιο τοῦ ἀνταγωνισμοῦ καὶ τὴ ναυαγιαίρεση.
Ἂ, ναί, ἡ Μαριάννα, ὅταν καμιὰ φορὰ τὴ συναντῶ στὸ δρόμο, ἔχει τὴ μόνιμη ἐκείνη θλίψη ποὺ εἶχε καὶ τότε. Στὰ μάτια της καὶ στὸ χαμόγελο.


ναδημοσίευση π τ περιοδικ ροπέδιο, τεχος 10ο, Καλοκαίρι 2010.


Δεν υπάρχουν σχόλια: