Βαγγέλης Ἀποστολόπουλος
1945 - 2012
Βιογραφικὸ Σημείωμα
Δίχως χρυσὰ σιρίτια κι
ἐπωμίδες
χωρὶς πορεία πιὰ κι ἑξάντα
σκυφτὸς πλησιάζω τὰ
σαράντα
τραβώντας γιὰ χαμένες Ἀτλαντίδες
Γόρδιους δὲν λύνω πιὰ δεσμοὺς
εἶναι τὰ πράγματα λυμένα
φίλοι γινήκανε γιὰ μένα
κι ὅσους κουβάλαγα νεκροὺς
Τραβῶ σκυφτὸς πλησιάζω τὰ σαράντα
κι ἔχω συντρόφισσα τοῦ
νοῦ μιὰ νυχτερίδα
αὐτὰ ποὺ γίνανε καὶ θὰ
γίνουν τὰ εἶδα
δὲν περιμένω τίποτα …γιὰ
πάντα!
Ἔξοδος
Θὰ πέσει ἐκ νέου στὴ σιωπή του
πεταλούδα ποὺ στὸ κουκούλι της γυρνᾶ
σκουλήκι ποὺ ξύνει τὴν ὁπλή του
νὰ κλώθει τὸν καιρὸ νὰ μὴ ξεχνᾶ
Σκύλος ὁ νοῦς θὰ γλύφει τὴ πληγή του
ὁ Σατανᾶς θὰ
καραβώνει τὰ νερὰ
κι ἂν ἤσουν
κάποτε μαζί του
ἡ ἀπουσία σου μετροῦσε καὶ μετρᾶ
Χαμένος σὲ δρόμους κολασμένους
μισὸς γυαλὶ μισὸς φωτιὰ
θ’ ἀρχίσει νὰ μετρᾶ
καὶ στὰ μισὰ
πάλι θ' ἀρχίζει νὰ
μετρᾶ τοὺς πεθαμένους.
Κυριακή
Μὲ τὸν Παπάκια
τὸ Μάλλιο καὶ τὸν Ταραμᾶ
στὶς ἀποθῆκες στὸ σταθμὸ
παίζαμε μπάλα
Ἐπάνω στὶς γραμμὲς τῶν τρένων
ἡ Ὄλγα καὶ ἡ Ξανθὴ
ἰσορροποῦσαν φορώντας
τὶς κυριακάτικες
ὀργαντίνες τους
Κι ἐρχότανε τὸ τρένο τῶν ὀκτώμισι σφυρίζοντας
μ ἕνα ἀναμμένο φῶς
στὸ κούτελο
ἔσερνε πίσω του τὴ νύχτα ἀπὸ τὸ δάσος
ὅπως τ’ ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς
ἔσερνε πίσω του συννεφιασμένη τὴ Δευτέρα.
Ἀναδημοσίευση ἀπὸ τὸ περιοδικὸ Ὀροπέδιο, τεῦχος 1ο,
Καλοκαίρι 2006.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου