Δημήτρης Κανελλόπουλος
Ὁ Παναῒτ Ἰστράτι καὶ τὸ μακρὺ χέρι
τῆς KGB
Εἶναι
ἄνοιξη τοῦ 2008 καὶ
βρίσκομαι στὸ Βουκουρέστι κυνηγώντας κάποιες χίμαιρες. Διευθυντὴς λέει σ’ ἕνα
Ἵδρυμα Ἑλληνικό. Ἀλλοῦ θὰ μιλήσουμε γι’αὐτό.
Εἶναι
ἄνοιξη. Τὸ θερμόμετρο ἀνεβαίνει στὴ διάρκεια τῆς μέρας, ὁ ἄνεμος πέφτει καὶ ὁ
ἱδρώτας κολλάει πάνω στὸ δέρμα. Καὶ ἡ συγκεκριμένη μέρα ἦταν ἰδιαιτέρως
κουραστική. Κατὰ τὶς 5 τὸ
ἀπόγευμα, βγῆκα στὴν ὁδὸ Pache Protopopescu, καὶ πρὶν γυρίσω στὸ σπίτι
παληοῦ μου συμφοιτητῆ ποὺ μὲ φιλοξενοῦσε –ἐπὶ τῆς ὁδοῦ Kogălniceanu– ψώνισα κάποια μικροπράγματα καὶ τσιγάρα, στὴν
μικρὴ bacanie, ἕνα εἶδος βαλκανικοῦ mini market, ποὺ λειτουργοῦσε
εἰκοσιτέσσερις ὧρες τὸ εἰκοσιτετράωρο, καὶ ἡ ὁποία βρισκόταν ἀπέναντι ἀπὸ τὸ Vechiul
Obor. Ὁ μπακάλης τὰ τύλιξε σὲ μιὰ παληὰ ἐφημερίδα, τὰ ἔβαλε μετά σὲ μιὰ
νάϋλον σακκούλα καὶ μοῦ τὰ παρέδωσε ἀφοῦ εἰσέπραξε τὸ ἀντίτιμό τους. Ἐγώ, πῆρα
τὸ τρόλλεϊ τοῦ γυρισμοῦ.
Ἡ κούραση
κι ὁ ἱδρώτας μοῦ βάραιναν τὰ πόδια. Παρ’ ὅλα αὐτά, κατέβηκα στὸ κέντρο, στὸ
Πανεπιστήμιο, καὶ μπῆκα στὴ Βιβλιοπωλεῖο Eminescu γιὰ νὰ ἀγοράσω
ἐφημερίδες καὶ περιοδικά. Μ’ ἔπιασε ἡ ψυχή μου. Τὸ παληό, μεγάλο βιβλιοπωλεῖο,
δὲν ὑπῆρχε πιά. Εἶχε τεμαχιστεῖ σὲ πολλὰ μικρομάγαζα καὶ τὸ ὑπόλοιπο, σ’ ἕνα
στενάχωρο ρυπαρὸ χαρτοπωλεῖο, τὸ ὁποῖο πουλοῦσε κυρίως φτηνά, κινέζικα
προϊόντα. Βγῆκα ἔξω καὶ πῆρα πεζὸς τὴν κατηφόρα γιὰ τὸ σπίτι τοῦ φίλου μου.
Τὸ
διαμέρισμα βρισκόταν ἐπὶ τῆς Bulevardul Mihail Kogălniceanu 49, σὲ μιὰ
παληὰ πολυκατοικία ἀκριβῶς ἀπέναντι ἀπὸ τὴν εἴσοδο τῆς Νομικῆς Σχολῆς. Στὸ πίσω
μέρος, παράλληλη ὁδὸς πρὸς τὴν Cogalniceanu, βρίσκεται ἡ Splajiul
Independenţei, ποὺ ἡ ἄνοδος καὶ ἡ κάθοδός της βρίσκονται στὶς ὄχθες τοῦ
περίφημου καναλιοῦ, τὸ ὁποῖο ἐμεῖς, στὴ διάρκεια τῶν φοιτητικῶν μας χρόνων,
πιστεύαμε πὼς εἶναι ποτάμι καὶ τὸ λέγαμε “τὸ Ποτάμι”. Στὸ βάθος τὸ Παλάτι
τοῦ Λαοῦ καὶ λίγο ἀριστερότερα, μόλις ποὺ φαινόταν ἡ μολυβένια, στρογγυλὴ
σκεπὴ τοῦ Πατριαρχεῖου Ρουμανίας —σκεπὴ ποὺ παληά, κυριαρχοῦσε πάνω ἀπὸ
τὰ μικρὰ διώροφα σπιτάκια τῶν ἀνατολικῶν συνοικιῶν, πρὶν ἀναλάβουν ἔργο οἱ
μπουλντόζες τοῦ Τσαουσέσκου, τὴν δεκαετία τοῦ ’80.