Βουκουρέστι,
4 Μαρτίου 1977
ἢ
Ἐννιὰ γιὰ τὴν
αἰωνιότητα
τοῦ Δημήτρη Κανελλόπουλου,
περιοδικὸ Πλανόδιον, τεῦχος 24, Δεκέμβριος 1996,
Ἀφιέρωμα
στὸν
ρουμάνο ποιητὴ
A.
E
Baconsky
Ἡ ἱστορία
τῆς ἀνθρωπότητας, περικλείει ἀναρίθμητα γεγονότα καὶ
φυσικὲς καταστροφὲς μὲ
προεκτάσεις ὀδυνηρές. Εἶναι περιττὸ
νὰ ἀπαριθμήσουμε παραδείγματα ἢ νὰ
ἀναφέρουμε τὶς γενικὲς
ἐπιπτώσεις τους, στὸ σύνολο τῶν
ἀνθρώπων. Τὸ γεγονὸς
ὅμως, τοῦ σεισμοῦ
τῆς 4ης Μαρτίου 1977, στὸ Βουκουρέστι, πέρα ἀπὸ
τὶς χιλιάδες θύματα ποὺ εἶχε,
σὲ μία παράμετρό του ἀδίκησε πολὺ
τὸ χῶρο τῶν Γραμμάτων. Γιατί
μέσα στὴν ἀποκαλυπτικὴ μανία του, πῆρε
μὲ μιᾶς, μαζί του, ἐννέα ἀνθρώπους,
ποὺ διακονοῦσαν τὸ
βίο τους στὸν χῶρο ἀκριβῶς αὐτόν. Ποιητές, πεζογράφους καὶ κριτικούς της
Λογοτεχνίας. Ἡ ἀδικία, ἦταν μεγάλη γι’ αὐτὴν
τὴ χώρα, γιατί μέσα στὴ δυστυχία της ἔχανε
ἕνα μεγάλο ἀριθμὸ
ἀνθρώπων ἀπὸ
τὴν πνευματική της ἡγεσία..
Ἦταν μία μέρα ἥσυχη. Τίποτα δὲ μποροῦσε
νὰ προδιαγράψει αὐτὸ
ποὺ θὰ γινόταν. Ἡ λεωφόρος Nicolae
Balcescu, ἔσφυζε ἀπὸ
τὴν πολυκοσμία. Ἡ Caleă Victoriei, παρομοίως. Στὸ Lipscani, οἱ πραματευτάδες, ἑτοιμάζονταν νὰ
κλείσουν τὰ μαγαζιά τους, τὸ πρόγραμμα τῆς
μαυρόασπρης τηλεόρασης, κυλοῦσε μὲ
παραδοσιακὲς ντόϊνες, τὰ τρόλεϊ παραγεμισμένα ἔφευγαν
μὲ κατεύθυνση πρὸς τὶς
λαϊκὲς συνοικίες, οἱ μαυραγορίτες
συναθροίζονταν στὰ φουαγιὲ τῶν
ξενοδοχείων, κι ὁ αὐτοκρατορικὸς γραμματέας τοῦ
Κόμματος, ἑτοιμαζόταν νὰ παίξει μία παρτίδα
μπρίτζ, σίγουρος γιὰ τὸ ἀποτέλεσμά της, ἀφοῦ
ὅπως ἦταν τότε γνωστό, γιὰ νὰ
ἀσκεῖς τὸ ἐπάγγελμα τοῦ
Γραμματέα καὶ νὰ ἔχεις τὴ δυνατότητα νὰ
παίζεις μπρίτζ, θὰ ἔπρεπε νὰ εἶσαι
δημιούργημα τοῦ τελειότερου κοινωνικοπολιτικοῦ
συστήματος ποὺ εἶχε ἐμφανιστεῖ στὴν
ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας,
δημιούργημα τοῦ ὑπαρκτοῦ σοσιαλισμοῦ!
Μερικὲς διηγήσεις ποὺ
προέρχονται ἀπὸ ἀκούσματα, ἕνα χρόνο μετά.. Ρέστοραν Pescaruş. Δίπλα στὴν
Ἀρχιτεκτονικὴ Σχολὴ καὶ πίσω ἀπ’
τὸ Πανεπιστήμιο τοῦ Βουκουρεστίου. Οἴκημα παλιό, νεοκλασικό. Ἐπένδυση
ξύλινη στὸ ἐσωτερικό. Ἕνας χῶρος
ἀγαπητὸς στοὺς
ἀνθρώπους τῶν Γραμμάτων. Δυὸ
ἰάπωνες δειπνοῦν. Ξαφνικὰ
πετάγονται ὄρθιοι καὶ τρέχουν πρὸς
τὴν ἔξοδο. Πίσω τους ἀμολιέται ἕνα
γκαρσόνι. Πρὸς καταδίωξη, γιὰ νὰ
εἰσπράξει τὸ λογαριασμό. Τοὺς
κυνηγᾶ στὸν περίβολο. Μόλις σταματοῦν τὸ
τρέξιμο, ἡ γῆ ἀρχίζει νὰ κουνιέται. Τὸ
Pescaruş καταρρέει. Νεκροί στὸ ἐσωτερικό
του, περίπου 150. Οἱ δυὸ ἰάπωνες καὶ τὸ
γκαρσόνι, σώθηκαν. Ὅλοι μιλοῦσαν μὲ
θαυμασμό, γιὰ τὶς μαντικὲς ἱκανότητες
τῶν ἰαπώνων!
Λίγο πιὸ πέρα, στὴν
ἴδια γειτονιά, στὴν Curteă Domnească, ποὺ στὰ ἑλληνικὰ σημαίνει Αὐλὴ
τῶν Ἡγεμόνων, στὴ γειτονιὰ
δηλαδὴ τῶν Μαυροκορδάτων καὶ τῶν
Κατακουνζηνῶν, βρίσκεται τὸ σπίτι τοῦ
Mihail Petroveanu καὶ
τῆς Veronica Porumbacu.
Γιορτάζουν. Ἔχουν καλέσει στὸ σπίτι κάποιους παληοὺς
φίλους, ἀπὸ τὰ σκληρὰ χρόνια της νιότης
τους. Ὁ Petroveanu, προσηνὴς καὶ
φιλικὸς στοὺς νέους ποιητές, περιμένει
κάποιον νὰ τοῦ φέρει τὴ δουλειά του. Ὁ
νέος ἔρχεται, ἀνεβαίνει τὴν
παλιὰ κυκλικὴ σκάλα, φτάνει στὸν
τρίτο ὄροφο, κτυπᾶ τὸ
κουδούνι. Η Porumbacu, ἀνοίγει. Ὁ νέος τῆς
λέει ὅτι φέρνει τὰ ποιήματά του στὸν
κ. Petroveanu. Τοῦ λέει νὰ περιμένει καὶ
φωνάζει τὸν ἄντρα της. Ἀκολουθεῖ
ὁ διάλογος: Δὲν ἤξερες ὅτι ἀπόψε θὰ ’χαμε καλεσμένους; Τὸ ξέχασα, τί νὰ
κάνουμε; Πάντα ξεχνᾶς, πήγαινε, ὁ ἄνθρωπος σὲ περιμένει. Θὰ
τοῦ πῶ νὰ μείνει. Δὲν τὸ βλέπω σκόπιμο, δὲν τὸν ξέρει κανεὶς τὸ νεαρό… Ὁ Petroveanu βγαίνει στὸν
προθάλαμο, καὶ μὲ εὐγένεια λέει στὸ νεαρό: Καλῶς
ἤλθατε, μοῦ φέρατε τὰ
ποιήματά σας; Μάλιστα… Πολὺ ὡραῖα.
Θὰ σᾶς ἔλεγα νὰ μείνετε, ἀλλὰ ἔχουμε καλεσμένους,
κάποια γιορτή… Ὄχι, ὄχι εὐχαριστῶ… ἔχω κάποια δουλειά, σᾶς ἀφήνω αὐτὸ τὸ φάκελο καὶ ἐπικοινωνοῦμε τὴν ἑπόμενη ἑβδομάδα… σᾶς εὐχαριστῶ πολὺ γιὰ τὸ ἐνδιαφέρον σας… Ἐντάξει,
θὰ συναντηθοῦμε νὰ
τὰ συζητήσουμε… Πολὺ ὡραῖα, σᾶς καληνυχτίζω καὶ πάλι σᾶς εὐχαριστῶ… Κι ἐγώ
σᾶς εὐχαριστῶ,
καλή σας νύχτα… Ὁ νέος βγαίνει, κατεβαίνει τὴ σκάλα, προχωρεῖ στὸ δρόμο μὲ
κατεύθυνση πρὸς τὸ Πανεπιστήμιο. Καὶ τότε ἡ
γῆ ἀρχίζει νὰ σειέται. Τὸ
σπίτι τοῦ Mihai Petroveanu καὶ τῆς Veronica Porumbacu καταρρέει καὶ
παίρνει μαζί του ὅλες αὐτὲς
τὶς ψυχές, ποὺ χρόνια τραγουδοῦσαν τὸν
πόνο, τὴν ἀγωνία καὶ
τὰ ὄνειρα τοῦ ρουμανικοῦ
λαοῦ. Ὁ νέος σώθηκε γιὰ νὰ
διηγηθεῖ τὸ περιστατικό. Προηγούμενο τέτοιο, δὲν
ἔχει ὑπάρξει. Πέντε ποιητὲς νεκροί, μέσα στὰ
ἐρείπια τοῦ ἴδιου
σπιτιοῦ καὶ τέσσερις ἄλλοι ποιητές, νεκροί,
σὲ διάφορα σημεῖα τῆς
πόλης. Τὰ ὀνόματά τους: Anatol
E. Baconsky, Savin Bratu, Mihai Gafita, Mihail Petroveanu, Veronica Porumbacu
στὸ ἴδιο σπίτι. Daniela
Caurea, Virgil Gheorghiu, Alexandru Ivasiuc, Nicolae Stefanescu σὲ
ἄλλα σημεῖα τῆς
πόλης.
Τὰ φυσικὰ γεγονότα! Τὰ φυσικὰ γεγονότα ποὺ προηγοῦνται. Καὶ μετὰ ἔρχονται τὰ κοινωνικὰ. Ἡ καταστροφὴ ποὺ προκάλεσε ὁ σεισμὸς σ’ αὐτὴ τὴν πόλη, ἦταν τεράστια.. Λίγα
χρόνια μετὰ ἦρθε ἡ ἄλλη καταστροφή. Ἡ προγραμματισμένη. Ἡ μεγαλεπήβολη. Ἡ ἀναίτια. Ἡ καταστροφὴ ποὺ ἀφαίρεσε ἀπὸ τοὺς ποιητές, χώρους τῆς πόλης. Χώρους ποὺ εἶχαν διαμορφωθεῖ ἐπὶ αἰῶνες. Τεράστια μηχανήματα ἰσοπέδωσαν, συνοικίες ὁλόκληρες. Ἡ μνήμη ἔπρεπε νὰ ἐξαφανιστεῖ. Και κάποια χρόνια αργότερα, ἡ ἄλλη, ἡ ἀκόμα μεγαλύτερη “λυτρωτική”
καταστροφή. Ἡ ὁλοκληρωτικὴ κατάρρευση τοῦ κοινωνικοῦ συστήματος, ἀδήριτη συνέχεια τῶν σαρωτικῶν ἀλλαγῶν ποὺ συντελοῦνταν στὴν τότε Σοβιετικὴ Ἕνωση. Τὰ Βαλκάνια ἀρχίζουν νὰ τρίζουν καὶ νὰ γκρεμίζονται. Τὰ ἐρείπια θὰ γίνουν ἐμβληματικὴ κυριολεξία καὶ μεταφορὰ γιὰ ὅλα τὰ χρόνια ποὺ ἀκολούθησαν ὡς τὶς μέρες μας. Ἀλλὰ καθὼς ὁ σπόρος ποὺ πρέπει νὰ ταφεῖ μέσα στὸ χῶμα γιὰ νὰ ἀναστηθεῖ, ἡ αὐθεντικότητα καὶ ἡ ἀξιοπρέπεια μιᾶς ποιητικῆς ἀπελπισίας, ὅπως αὐτὴ τοῦ A. E. Baconsky, ποὺ ἂν καὶ θαμμένη δὲν ἔστερξε νὰ αὐτομηδενιστεῖ μέσα στὶς δεκαετίες τοῦ ζόφου, θὰ ξεπροβάλλει ἀπὸ τὰ ἐρείπια ὡς ἕνα ἀπὸ τὰ φωτεινὰ νήματα ποὺ ἔχουν τὴ δύναμη νὰ ὁδηγήσουν στὴν ὀδυνηρὴ ἀνασύσταση τῆς μνήμης. Τῆς μόνης ποὺ μπορεῖ νὰ φέρει τοὺς βασανισμένους λαοὺς τῆς περιοχῆς μας στὴν ἱστορική τους κάθαρση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου