τοῦ Ἄγγελου Ἐλεφάντη
[περιοδικὸ «Ὁ Πολίτης», τ.
25, Μάρτιος-Ἀπρίλιος 1979.]
Ἄμεση καὶ ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη θεώρησαν τὴν ἁπλοποίηση
τοῦ τονικοῦ μας συστήματος οἱ συνδικαλιστικοὶ ἐκπρόσωποι τῶν ἐκπαιδευτικῶν ὄλης
τῆς χώρας, δηλαδὴ ἡ Διδασκαλικὴ Ὁμοσπονδία Ἑλλάδος, ἡ Ὁμοσπονδία Λειτουργῶν
Μέσης ᾽Εκπαιδεύσεως καὶ ἡ Ομοσπονδία ᾽Ιδιωτικῶν ᾽Εκπαιδευτικῶν Λειτουργῶν
Ἑλλάδος. Οἱ τρεῖς ὀργανώσεις σὲ συγκέντρωση ποὺ ὀργάνωσαν στὶς 2.4.79 στὸ
Πολυτεχνεῖο, (ὁμιλητὲς ἧταν ὁ καθηγητὴς κ. ᾽Εμμ. Κριαρᾶς καὶ ἡ ψυχολόγος κ.
Ἐλπίδα Καλύβα), σὲ σχετικό τους ψήφισμα τονίζουν ὅτι ἡ μεταρρύθμιση τοῦ τονικοῦ
συστήματος ἐπιβάλλεται διότι:
1. Καμιὰ ἱστορικὴ συνέπεια δὲν
ἐπιβάλλει τὴ διατήρηση τοῦ πολυτονισμοῦ γιατὶ αὐτὸ εἶναι μεταλεξανδρινὸ
κατάλοιπο καὶ δὲν ἀποτελεῖ κλασική μας παράδοση.
2. Ἡ ποικιλία τῶν τριῶν τόνων δἐν
ἐξυπηρετεῖ κανένα πρακτικὸ σκοπὸ καὶ καμιὰ γλωσσικὴ ἀνάγκη.
3. Ἡ ἐκμάθηση τῶν κανόνων τοῦ τονισμοῦ
στερεῖ ἀπὸ τὰ παιδιὰ χρόνο καὶ δυνάμεις, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ διατεθοῦν γιὰ
ἄλλη, οὐσιαστικὴ μόρφωση.
4. Ἡ μηχανικὴ ἀπομνημόνευση ἄχρηστων
τύπων μαραίνει τὸ πνεῦμα, δεσμεύει τὴ σκέψη, ναρκοθετεῖ τὴ μάθηση καὶ κλονίζει
τὴν ἐμπιστοσύνη τῶν παιδιῶν πρὸς τὸ Σχολεῖο καὶ τὴ φυσική τους ἔφεση γιὰ
μάθηση.
5. Ἡ χρήση τῶν τόνων ἔξω ὑπὸ τὸ Σχολεῖο
ἐπιβαρύνει τὴν οἰκονομία μὲ ἀνυπολόγιστη δαπάνη σὲ χρῆμα καὶ χρόνο ἐργασίας.
6. Τὴν τονικὴ μεταρρύθμιση τὴ ἔχουν ἤδη
ἀποδεχτεῖ καὶ ἐν μέρει τὴν ἔχουν ἐφαρμόσει πλῆθος παράγοντες (συγγραφεῖς,
ἡμερήσιος καὶ περιοδικὸς τύπος).
Γιὰ τοὺς παραπάνω λόγους, τονίζεται στὸ ψήφισμα,
οἱ τρεῖς συνδικαλιστικὲς ὀργανώσεις «ἀπαιτοῦν ἀπὸ τὸ κράτος νὰ ἀπαλλάξει τὴν
ἐκπαίδευση καὶ τὸ λαὸ ἀπὸ ἕνα ἐπιζήμιο βάρος».
Τὸ ψήφισμα αὐτὸ τῶν τριῶν ὀργανώσεων ἔχει
ἰδιαίτερη σημασία. Πρέπει νὰ προσεχτεῖ καὶ νὰ συζητηθεῖ, ὄχι γιατὶ θέτει τὸ
ζήτημα τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ μονοτονικοῦ συστήματος — ἕχει τεθεῖ ἀπὸ χρόνια πολλὰ —
ἀλλὰ γιατὶ συμπυκνώνει ἐπιγραμματικὰ τὸ σύνολο τῶν ἐπιχειρημάτων ποὺ κατὰ
καιροὺς ἔχουν διατυπωθεῖ καὶ ἑπομένως παρέχει συγκεκριμένη βάση γιὰ τὴ συζήτησή
του. Καὶ γιὰ ἕνα ἄλλο λόγο, πιὸ σημαντικό: διότι ἀποτελεῖ θέση, πολιτικὴ θέση
ἐννοῶ, τῶν τριῶν συνδικαλιστικῶν ὁργανώσεων ποὺ τὰ μέλη τους (καθηγητὲς μέσης
ἐκπαιδεύσεως, δάσκαλοι δημοσίων καὶ ἰδιωτικῶν, νηπιαγωγοί, κ.λπ.), μαθαίνουν
γράμματα στὰ παιδιὰ — καὶ πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα γραφὴ καὶ ἀνάγνωση. Καὶ ἐπειδὴ ἡ ἄποψη
τῶν λειτουργῶν τῆς ἐκπαίδευσης βασίζεται σὲ μιὰ ἀντικειμενικὴ ἁρμοδιότητα ἕχει
πολὺ μεγαλύτερη σημασία ἀπὸ τὶς γνῶμες ἐπιστημόνων ποὺ ἐκφράστηκαν ὑπὲρ τοῦ
μονοτονισμοῦ.1 (ἱστορικῶν,
φιλολόγων, ψυχολόγων κ.λπ.) καὶ μετράει περισσότερο, ἀπὸ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ
μονοτονικοῦ συστήματος ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες ἡμερήσιες ἐφημερίδες.
Δικαίωμα τῆς ἰδιωτικῆς πρωτοβουλίας — κρινόμενο πάντως τυπικὸ δικαίωμα — εἶναι νὰ μὴ χρησιμοποιεῖ τὴν δασεία ἢ τὴν περισπωμένη, νὰ ἐφαρμόζει ὅποια ὁρθογραφία θεωρεῖ σωστή, νὰ ἀδιαφορεῖ ἀκόμα καὶ γιὰ τὰ ὀρθογραφικὰ λάθη. Καὶ ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ἄποψη εἶναι δικαίωμα τῶν ἐφημερίδων ἣ ὁποιουδήποτε ἄλλου νὰ ἐφαρμόζει ὅποιο σύστημα τονισμοῦ ἐπιλέγει, νὰ τὸ βαφτίζει «μονοτονικό» καὶ νὰ τὸ παρουσιάζει σὰν «ἐθνικὴ ἀναγκαιότητα». Στὴ περίπτωση ὅμως τῶν τριῶν συνδικαλιστικῶν
ὀργανώσεων τὸ θέμα δὲν μπορεῖ νὰ τεθεῖ μὲ ὅρους δικαιώματος. Γιατὶ πρὶν ἀπὸ τὴν
ἄσκηση τοῦ δικαιώματος, τὴν κατηγορηματικὴ ἀπόφανση ἢ τὴν τελειωμένη ἀπόφαση,
ὅλοι θὰ εἴχαμε τὴν ἀξίωση ἀπὸ τὶς δημοκρατικὲς - συνδικαλιστικὲς ὀργανώοσεις
ζητήματα ποὺ δὲν ἀφοροῦν μόνο τὰ μέλη τους καὶ δὲν ἀναφέρονται στὶς
ἐπαγγελματικές τους διεκδικήσεις νὰ μὴν ἀντιμετωπίζονται μὲ συνδικαλιστικὲς
διαδικασίες καὶ νὰ μὴ «λύονται» διὰ ἀνατάσεως τῆς χειρός. Διότι ἡ ὀρθογραφία
καὶ ἡ γραφὴ τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας ἀφορᾶ ὅλους τοὺς Ἕλληνες, παιδιὰ καὶ
μεγάλους, μορφωμένους καὶ ἀμόρφωτους, δεξιοὺς καὶ ἀριστερούς, σημερινοὺς καὶ
αὐριανούς, γιατὶ ὅλοι γράφουμε καὶ διαβαζουμε λίγο ἢ πολὺ καί, ἴσως, οἱ
ἐπερχόμενοι περισσότερο ἀπὸ μᾶς. Θὰ περιμέναμε, λοιπόν, πρὶν ἀπαγγελθοῦν οἱ
θέσεις καὶ οἱ ἀπαιτήσεις, πρὶν νὰ ὑπάρξουν οἱ ἀποφάσεις τῶν φορέων (ποῦ, κι
αὐτὸ ἔχει σημασία, ἀποτελοῦν δημόσιους θεσμοὺς) νὰ προηγηθεῖ ἡ πλατιὰ
συζήτηση, ἡ πρόσκληση καὶ ἡ πρόκληση γιὰ τὴν ἕρευνα τοῦ θέματος, θὰ περιμέναμε,
λοιπόν, τὸ ἐρώτημα πρὶν ἀπὸ τὴν ἀπάντηση. Κάποιοι γενικότεροι λόγοι ποὺ ἕχουν
νὰ κάνουν μὲ τὸ περιεχόμενο τῶν δημοκρατικῶν μας φρονημάτων καὶ τὴ δημοκρατική
μας διαπαιδαγώγηση — ποὺ δὲν εἶναι ἀπὸ τὰ μικρότερα καθήκοντα τῶν ἐκπαιδευτικῶν
—, κάποιοι λόγοι σήμερα, εἰδικὰ σήμερα, στὸ κλίμα τοῦ γενικοῦ κυβερνητικοῦ
αὐταρχισμοῦ, έπιβάλλουν νὰ ἀρνηθοῦμε κατηγορηματικὰ τὰ τετελεσμένα γεγονότα, νὰ
ἀρνηθοῦμε τὶς πραγματικότητες ποὺ διαμορφώνονται χάρη στὴ διαδικασία τῶν
τετελεσμένων γεγονότων, νὰ ἀρνηθοῦμε τὸν ἑτεροκαθορισμὸ τῶν ἀνθρώπων.
Τὰ προηγούμενα εἶναι οἱ πρῶτες σκέψεις ποὺ
ἔρχονται ὅταν βρίσκεται κανεὶς μπροστὰ σὲ ψηφίσματα σὰν κι αὐτὸ τῶν τριῶν
ὀργανώσεων ποὺ ζητᾶ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ μονοτονικοῦ συυτήματος.
Ὑπάρχει ὅμως καὶ ἡ ἄλλη πλευρὰ τοῦ ζητήματος:
ἡ προτεινόμενη μεταρρύθμιση. Οἱ λόγοι ποὺ προβάλλονται ὑπὲρ τῆς καθιέρωσης τοῦ
μονοτονικοῦ μποροῦν νὰ ταξινομηθοῦν σὲ τρεῖς κατηγορίες.
Α. Λόγοι ἱστορικοὶ (σημεῖο 1 τοῦ
ψηφίσματος) ποὺ ἀναφέρονται στὴν ἱστορία τῆς γραφῆς καὶ τῆς γλώσσας. Πράγματι
οἱ τόνοι δὲν ὑπῆρχαν στὴ γραφὴ τῆς κλασικῆς Ἑλλάδας, πρωτοχρησιμοποιήθηκαν στὴν
ἑλληνιστικὴ ἐποχὴ καὶ γενικεύτηκαν κατὰ τὸν 8ο μ.Χ. αἰώνα. Ἄρα, λέει τὸ
ψήφισμα, δὲν ἀποτελοῦν στοιχεῖο τῆς κλασικῆς παράδοσης, διότι προφανῶς
δὲν προέρχονται ἀπὸ τὴν Ἀρχαία Ἑλλάδα καὶ μάλιστα τὴ κλασική, ποὺ παραμένει
πάντα ὁ γνώμονας καὶ τὸ ἰδανικὸ πρότυπο γιὰ καθετὶ ποὺ σήμερα μποροῦμε νὰ
σκεφτοῦμε καὶ νὰ θέλουμε. Οἱ τόνοι ὅμως, δὲν ἔχουν τρισχιλιετὴ ἱστορία, δὲ
μποροῦν συνεπῶς νὰ θεωροῦνται γνήσια προϊόντα τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος. Ἕχουν
ἡλικία μόνο δυὸ χιλιάδων ἐτῶν! Ποῦ ἀκούστηκε προϊὸν μιᾶς τόσο λιγόχρονης ζωῆς
νὰ διεκδικεῖ θέση στὴν παράδοσή μας καὶ τὶς ἀξίες τοῦ νεοελληνικοῦ μας
πολιτισμοῦ;
Δὲν χρειάζεται νὰ εἶναι κανεὶς μεγάλος
ἱστορικὸς ἢ φιλόλογος γιὰ νὰ καταλάβει τὸν καθαρὰ ἰδεολογικὸ χαρακτήρα αὐτοῦ
τοῦ ἱστορικοῦ ἐπιχειρήματος. Στὸ ὄνομα τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ ἀλλὰ καὶ τοῦ σεβασμοῦ
τῆς παράδοσης ἀνασύρει ἀπὸ τὸ ἀνεξάντλητο ἀποθεματικὸ τῶν ἰδεολογημάτων τὸν
κλασικότερο κλασικισμὸ καὶ τὴν προγονολατρεία. Ἀλλὰ ὅσοι ἐπικαλοῦνται τὴν
τρισχιλιετὴ ἱστορία ὡς προϋπόθεση τῆς ἐγκυρότητας καὶ ἀξίας ἑνὸς στοιχείου τῆς
παράδοσης, τότε τί θὰ ποῦνε γιὰ ἄλλα στοιχεῖα, ποὺ τὰ διεκδικοῦν ἐπίσης, καὶ
ποὺ ἡ ἡλικία τους εἶναι μόλις ἑνὸς αἰώνα ἢ μερικῶν δεκαετιῶν;
Ἡ ἱστορία, ὅταν πάει νὰ δικαιώσει τὴ χρήση
τοῦ μονοτονικοῦ, δύσκολα κρύβει τὸ χρησιμοθηρικό της χαρακτήρα καὶ δὲν εἶναι
παρὰ ἐπίχρισμα ἱστορικότητας σὲ μιὰ σαθρὴ ἐπιχειρηματολογία. Σὲ τελευταία
ἀνάλυση αὐτὴ ἡ ἀπρόσμενη ἀναβίωση τοῦ κλασικισμοῦ, ἀπ᾿ ἀφορμὴ τοὺς τόνους, δὲν
εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ καταραμένο «ἀπὸ ἀρχαιοτάτων χρόνων μέχρι
σήμερον». Εἶναι ἡ μονιμότητα καὶ ἡ ὑπερβατικότητα τοῦ ἀρχαίου πνεύματος πού,
γιὰ νὰ χρησιμοποιήσω τὰ λόγια τοῦ ψηφίσματος «μαραίνει τὸ πνεῦμα, δεσμεύει τὴ
σκέψη, ναρκοθετεῖ τὴ μάθηση καὶ κλονίζει τὴν ἐμπιστοσύνη τῶν παιδιῶν πρὸς τὸ
σχολεῖο». ᾽Εδῶ, θὰ εἶχαν πολλὰ νὰ ποῦν οἱ ἐκπαιδευτικοί, οἱ προοδευτικοὶ
ἐκπαιδευτικοί, ἀπὸ τὴν καθημερινή τους πείρα.
Ἀντίθετα τὸ ἱστορικὸ «ἐπιχείρημα» καλύπτει
μιὰν ἄλλη πραγματικότητα: τὴν ἱστορικὴ ἐξέλιξη τῶν συμβόλων τῆς γραφῆς, μιᾶς
κοινωνικῆς σύμβασης τελικὰ ποὺ εἶναι ἡ γραφὴ καὶ ἡ ὀρθογραφία. Ἡ ἱστορικὴ
ἐξέλιξη μᾶς κληροδότησε λοιπὸν — κι ἐδῶ ἂς μὴ ἀναζητήσει κανεὶς τὸ «λάθος» τῆς
ἱστορίας — τὴν ἱστορικὴ ὀρθογραφία, τὰ σημερινὰ σύμβολα, ποὺ στὴ συνάθρωσή τους
δίνουν τὴ γραφικὴ παράσταση τῶν λέξεων, τὴν εἰκόνα τους. Οἱ εἰκόνες αὐτὲς ποὺ
ἔχουν καὶ μιὰ αἰσθητικὴ ἰδιοτυπία ἄρα καὶ πολιτιστικὴ ἀξία στὸ βαθμὸ ποὺ
διαφέοουν ἀπὸ ἄλλες γραφές, ὑπάοχουν μαζὶ μὲ τοὺς τόνους καὶ τὰ πνεύματα — ὄχι
χωρὶς αὐτούς. Μέσα ἀπὸ ἀσυνείδητες ψυχολογικὲς διαδικασίες τὶς ἔχουμε
ἐσωτερικεύσει καὶ τὶς ἀναπαράγουμε καθημεοινά, τὶς ἀναγνωρίζουμε καὶ
ἀναγνωριζόμαστε σ᾿ αὐτές. Οἱ τόνοι καὶ τὰ πνεύματα, μαζὶ μὲ ὅλα τὰ ἅλλα
στοιχεῖα τῆς ἱστορικῆς ὀρθογραφίας καὶ τῆς γραφῆς, χρησιμεύουν στὴν ἀσυνείδητη
καὶ αὐτόματη ἀναγνώριση τῆς εἰκόνας τῆς λέξης καὶ συνάμα, ἀναγνωρίζονται ὅλα
ὅσα μπορεῖ νὰ σημαίνει νοηματικά, ἐκφραστικὰ καὶ συγκινησιακά.
Τὸ πρόβλημα ἅλλωστε ἔχει νὰ κάνει μὲ τὸ
συνολικὸ σύστημα τῆς ἱστορικῆς ὀρθογραφίας. Γιατὶ ἀπὸ πρακτικὴ ἄποψη,
ἀντιστοιχίας δηλαδὴ τοῦ φωνολογικοῦ συστήματος τῆς γλώσσας καὶ τῆς ὀρθογραφίας
της, οὔτε τὸ η οὔτε τὸ ω οὔτε τὸ ει ἢ τὸ αι
χρειάζονται μιὰ καὶ δὲν άντιστοιχοῦν πιὰ σὲ διαφοροποιημένους φθόγγους. Κι αὐτὰ
τὰ σύμβολα ἀποτελοῦν ἄχρηστους τύπους. Θὰ ἕπρεπε μήπως νὰ ἀναθεωρηθεῖ ὁλόκληρη
ἡ ἱστορικὴ ὀρθογραφία; Φοβᾶμαι ὅτι ἂν κάτι τέτοιο δὲν προτείνεται εἶναι γιατὶ
θὰ ξεκόβαμε ἀπὸ τὴν κλασική μας παράδοση, ποὺ βέβαια χρησιμοποιοῦσε η, ω,
ει, αι, κ.λπ. Γιὰ χατήρι της ἐδῶ ξεχνᾶμε τὰ παιδιὰ καὶ μποροῦμε ἄνετα
νὰ τὰ βασανίζουμε μὲ τὴν ἐκμάθηση «ἅχρηστων τύπων» ποὺ δὲν ἐξυπηρετοῦν κανένα
πρακτικὸ σκοπὸ καὶ καμιὰ γλωσσικὴ ἀνάγκη ὅπως λέει καὶ τὸ ψήφισμα.
Β. Λόγοι παιδαγωγικοί (σημεῖα 2, 3 καὶ
4 τοῦ ψηφίσματος). ᾽Εδῶ τὸ ζήτημα ξαφνικὰ χάνει τὸ ἱστορικὸ - φιλολογικό του
χαρακτήρα καὶ γίνεται ἐκπαιδευτικό. Οἱ συντάκτες τοῦ ψηφίσματος ἐπικαλούμενοι,
προφανῶς, τὴν ἐκπαιδευτική τους ἐμπειρία — πλούσια σὲ ἀπογοητεύσεις, φαντάζομαι
— θεωροῦν ὅτι ἡ ἐκμάθηση τῶν πολύπλοκων κανόνων τονισμοῦ στερεῖ ἀπὸ τὰ παιδιὰ
χρόνο, «μαραίνει» τὸ πνεῦμα, «δεσμεύει» τὴ σκέψη. Καὶ σίγουρα, πρέπει νὰ
ἀκούσουμε προσεκτικὰ τὴ φωνὴ τῶν ἐκπαιδευτικῶν, ἰδιαίτερα τῆς κατώτερης
ἐκπαιδευτικῆς βαθμίδας, ὅταν καταγγέλλουν τὴ μηχανικὴ ἀπομνημόνευση, ἀπὸ τὴν
ὁποία ὅλοι ὑποφέραμε καὶ τὰ σημερινὰ παιδιὰ συνεχίζουν νὰ ὑποφέρουν. Θὰ ἔλεγα
ὅμως ὅτι ἀπὸ τὴ μηχανικὴ ἀπομνημόνευση ὅχι μόνο τῶν ἅχρηστων τύπων ἀλλὰ
καὶ τῶν χρήσιμων καὶ τῶν χρησιμότατων.
Ἐφόσον στὸ Σχολεῖο ἐπικρατεῖ τὸ καθεστὼς τῆς
μηχανικῆς ἀπομνημόνευσης — καὶ φαίνεται ὅτι ὄντως ἐπικρατεῖ, ἀφοῦ ἡ καταγγελία
βγαίνει ἀπὸ τὰ πιὸ ἀρμόδια καὶ ὑπεύθυνα χείλη, τοὺς ἐκπαιδευτικοὺς — τότε σὲ
τίποτε δὲν θὰ μᾶς χρησίμευε ἡ κατάργηση τῶν «ἄχρηστων κανόνων». Γιατὶ ἕνα
γενικότερο πρόβλημα ἐκπαιδευτικῆς ἀγωγῆς, ἕνα πρόβλημα σωστῶν παιδαγωγικῶν
μεθόδων γιὰ τὴν ἐκμάθηση τῆς διδακτέας ὕλης δὲν μπορεῖ νὰ ἀναχθεῖ σὲ πρόβλημα
ἐκμάθησης τῶν ἐλάχιστων ἄλλωστε, κανόνων ὀρθογραφίας ποὺ σχετίζονται μὲ τὸ
σωστὸ τονισμὸ τῶν λέξεων.
Ἂν κάτι ἐπιβάλλει τὸ καθεστὼς τῆς μηχανικῆς
ἀπομνημόνευσης δὲν εἶναι βέβαια οὶ κανόνες τονισμοῦ ἀλλὰ τὸ ἐκπαιδευτικὸ κλίμα,
οἱ ξεπερασμένες παιδαγωγικὲς μέθοδοι, οἱ ἱεραρχικὲς σχέσεις, ἡ αὐταρχικότητα
τοῦ δασκάλου, οἱ θεσμοὶ καὶ ἡ γενικότερη ὀργάνωση τοῦ σχολείου. Ὅλοι ξέρουμε
ὅτι ἡ μάθηση, ἡ ἀγωγή, ἡ μόρφωση, ἡ παιδεία, ἄρα καὶ ἡ ἐκμάθηση γραφῆς καὶ
ἀνάγνωσης (ἄρα καὶ τῶν κανόνων τονισμοῦ καὶ ὀρθογραφίας), γιὰ ἕνα παιδὶ ποὺ
φεύγει ἀπὸ τὸν ἐγωτικὸ ἑαυτό του τῆς νηπιακῆς ἡλικίας εἶναι ἐπίπονες καὶ καταπιεστικὲς
διαδικασίες· ὅτι στὸ σημεῖο αὐτὸ ξετυλίγεται ἡ μεγάλη ἀνθρώπινη τραγωδία
ποὺ νόημα καὶ στόχο ἔχει τὸ πέρασμα ἀπὸ τὴ φύση στὴν παιδεία καὶ τὸν πολιτισμό.
Οἱ θεσμοὶ ποὺ ὀργανώνουν αὐτὸ τὸ πέρασμα ἀπὸ τὴ φύση στὴ παιδεία, οἱ μορφὲς
πρακτικῆς μέσα ἀπὸ τὶς ὁποῖες ὑλοποιεῖται καὶ ἡ ἰδεολογία ποὺ τὶς συγκροτεῖ σὲ
σύστημα ἀξιῶν εἶναι καταπιεστικτοὶ καὶ ἀλλοτριωτικοί. Ξέρουμε ἐπίσης, (καὶ ἴσως
τὸ θέλουμε) ὅτι οἱ θεσμοὶ αὐτοὶ καὶ οἱ μορφὲς πρακτικῆς μποροῦν νὰ γίνουν
λιγότερο ἢ ἐλάχιστα καταπιεστικοὶ καὶ τραυματικοί, πράγμα ποὺ σημαίνει Δημοκρατία
στὸ Σχολεῖο, κατάργηση τῶν ἐνοχοποιητικῶν σχέσεων μεταξὺ γονιῶν καὶ παιδιῶν,
δασκάλων καὶ μαθητῶν, μαθητῶν καὶ μαθητῶν, κατάργηση τῶν ἱεραρχικῶν σχέσεων στὸ
Σχολεῖο, κατάργηση τῶν αὐταρχικῶν μεθόδων καὶ μορφῶν παιδευτικῆς πρακτικῆς.
Ξέρουμε ὅτι Δημοκρατία στὸ Σχολεῖο σημαίνει νὰ ξεκινᾶμε ἀπὸ τὸ συγκεκριμένο παιδὶ
καὶ ὄχι ἀπὸ τὴν ἀφηρημένη καὶ ἰσοπεδωτικὴ ἕννοια Παιδί, δηλαδὴ νὰ ξεκινᾶμε ἀπὸ
τὶς ἰδιαίτερες εὐαισθησίες, ἀνασφάλειες, φόβους, καὶ ἀντιστάσεις ποὺ τὸ καθένα
παρουσιάζει, σεβόμενοι τὶς ἀνάγκες καὶ τὶς δεξιότητές του. Στὸ αἴτημα αὐτὸ
ὀρθώνονται ἐμπόδιο οἱ ἀντιδραστικὲς δυνάμεις, ποὺ δροῦν καὶ μέσα στὸ Σχολεῖο
καὶ ἔξω ἀπ᾿ αὐτό, θέλοντας νὰ διατηρήσουν τὸ ὑφιστάμενο καθεστὼς ἀγωγῆς, τὶς
ὑφιστάμενες σχέσεις ἐξουσίας μέσα στὸ Σχολεῖο, γιατὶ ξέρουν τὴ τεράστια σημασία
ποὺ ἔχουν γιὰ τὴ διατήρηση καὶ διάδοση τῆς ἄρχουσας ἰδεολογίας. Αὐτὰ τὰ
πράγματα οἱ ἐκπαιδευτικοὶ καὶ οἱ γονεῖς, οἱ δημοκράτες ἐκπαιδευτικοὶ καὶ γονεῖς
τουλάχιστο, τὰ ξέρουν πολὺ καλὰ γιατὶ τὰ ζοῦν καθημερινά. Τὰ ξέρουν ἀκόμη καὶ
οἱ τρεῖς συνδικαλιστικὲς ὀργανώσεις, ἂν κρίνουμε ἀπὸ ἄλλους ἀγῶνες τους γιὰ τὰ
δικαιώματα τῶν ἐκπαιδευτικῶν καὶ τὴν ἀνάπλαση τῆς ἐκπαίδευσης. Ξέρουν καλά, γιὰ
παράδειγμα, οἱ ἐκπαιδευτικοὶ — καὶ μερικοὶ μὲν τὸ δέχονται ἐνῶ οἱ δημοκράτες
ἀντιδροῦν — ὅτι ὅλο τὸ ἐκπαιδευτικὸ σύστημα βασίζεται στὸ ζεῦγος τιμωρία ἢ
ἐπιβράβευση, ψόγος ἢ ἔπαινος. Ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ ὁ κακὸς βαθμός, ἡ ἐπίπληξη,
ἡ ἀπόρριψη, ὁ ἐκφοβισμός, ἡ ἀνυποληψία, ὁ κολασμός, ἀπὸ τὴν ἄλλη ὁ καλὸς
βαθμός, ὁ προβιβασμός, ἡ ἐπιτυχία, ἡ ἐκτίμηση, τὸ ἄριστα καὶ διαγωγὴ κοσμιωτάτη
ὡς ἰδεατὸ πρότυπο τοῦ καλοῦ καὶ ἀγαθοῦ. Ἡ τιμωρία ὑπάρχει ἐπειδὴ κάποιοι πρέπει
νὰ ἐπιβραβεύονται κι ἀντίστροφα. Σ᾿ αὐτὴ τὴ σιδερένια τανάλια τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ
κακοῦ τὸ παιδὶ θὰ ὑποστεῖ βιασμὸ τῆς γλώσσας του, τῆς ψυχῆς του, τοῦ δυναμισμοῦ
του, τοῦ αὐθορμητισμοῦ του, τοῦ μυαλοῦ του. Καὶ εἶναι τόσο ἀποτελεσματικὴ καὶ
βίαιη ἡ τρομοκρατία ποὺ ἀσκεῖται προοδευτικὰ μέσα ἀπὸ πλῆθος μικρῶν,
καθημερινῶν ἐξουσιαστικῶν καταναγκασμῶν, ὥστε στὸ τέλος ἐσωτερικεύεται, γίνεται
ὁ τρομοκοατημένος μας ἑαυτός, τὸ ἕνοχο ἐγώ μας, ποὺ κάνει ἀκόμα καὶ
τελειόφοιτος φοιτητὲς νὰ τρέμουν μὲ ἔντονα γλωσσοδετικὰ συμπτώματα μπροστὰ στὴ
πόρτα τοῦ ἐξεταστῆ καθηγητῆ
Ἡ τιμωρία καὶ ἡ ἐπιβράβευση πραγματικὰ
δημιουργοῦν τὴ μηχανικὴ ἀπομνημόνευση. Ὄμως γιατί θὰ ἀλλάξει τὸ καθεστὼς αὐτὸ
μὲ τὴν καθιέρωση τοῦ μονοτονικοῦ; Ὅταν τὸ κράτος, ἀκούγοντας τὴ φωνὴ τοῦ
ψηφίσματος, θὰ καταργήσει τοὺς τόνους, τὰ παιδιὰ θὰ ἔχουν ξεφύγει ἀπὸ τὴ
μέγγενη τῆς τιμωρίας; Θὰ φοβοῦνται λιγότερο; Θὰ ἔχει γίνει ἕνα βῆμα πρὸς τὴν
ἀπολύτρωσή τους; Κι ἂν στὸ ἄτονο πιὰ ἄρθρο την — γιατὶ ἔτσι θὰ τὸ θέλουν οἱ
νέοι, οἱ «ἁπλοὶ» κανόνες τῆς ὀρθογραφίας τοῦ μονοτονισμοῦ — τὸ παιδὶ βάλει τὴν
καταραμένη ὀξεία γιατὶ, πιθανό, δὲν θὰ ἔχει μάθει καλὰ τὸν κανόνα τονισμοῦ,
δὲν θὰ τιμωρηθεῖ; δὲν θὰ ἔχει σημασία γιὰ τὸ βαθμό του;
Ἡ σύνθετη ψυχοδιανοητικὴ καὶ σωματικὴ
διαδικασία μέσα ἀπὸ τὴν όποία ἕνα παιδὶ τῆς προσχολικῆς ἢ πρωτοσχολικῆς ἡλικίας
μαθαίνει νἀ γράφει καὶ νὰ διαβάζει, ἂν ἁπλοποιηθοῦν οἱ κανόνες τοῦ τονισμοῦ δὲν
ἁπλοποιεῖται, γιατὶ τὸ ἀντικείμενό της εἰναι ἐξαιρετικὰ σύνθετο. Ὁ δρόμος ὅμως
μπορεῖ νὰ γίνει λιγότερο ἢ καθόλου καταπιεστικὸς καὶ τραυματικὸς ἂν βγάλουμε
ἀπὸ τὴ μέση τὸν μπαμπούλα τῆς ἐνοχῆς καὶ τοῦ λάθους. Τὰ παιδιά, γιὰ
παράδειγμα, στὴν Ἰταλία, δὲν μαθαίνουν πιὸ εὔκολα νὰ γράφουν ἐπειδὴ στὰ ἰταλικὰ
δὲν ὑπάρχουν τόνοι. Ἀλλὰ στὴν ᾽Ιταλία, παιδιά, γονεῖς, ἐπιστήμονες παιδαγωγοὶ
καὶ ἐκπαιδευτικοὶ ἐξεγείρονται — καὶ κατακτοῦν θέσεις γιὰ νὰ καταργηθεῖ τὸ
καθεστὼς τῆς τιμωρίας ποὺ καὶ ἐκεῖ, μὲ ἄλλες μορφὲς ὑπάρχει στὸ σχολεῖο καὶ μὲ
ἄλλες μορφὲς μαραίνει ἐξίσου τὴ σκέψη. Καὶ μὴν πεῖ κανεὶς ὅτι ἐδῶ εἶναι Ἑλλάδα
καὶ ὄτι εἶναι ἄλλη ἡ ἑλληνικὴ πραγματικότητα, γιατὶ ἡ πραγματικότητα τοῦ
ἀπάνθρωπου καὶ τοῦ ἄξενου γιὰ τὸ παιδὶ σχολείου εἶναι παγκόσμια, δὲν ἕχει
ἐθνικότητα. Μόνο ποὺ σὲ μᾶς ἴσως, εἶναι χειρότεοα ἀπὸ ἀλλοῦ.
Ἂν κάτι πρέπει νὰ ἀλλάξει λοιπὸν εἶναι ἡ
νοοτροπία τοῦ λάθους, οἱ θεσμοὶ καὶ ἡ ἰδεολογία τῆς ἐνοχοποίησης. Κράτος,
Σχολεῖο, γονεῖς καὶ ἐκπαιδευτικοὶ νὰ πάψουν πιὰ νὰ τιμωροῦν τὰ παιδιά τους ὅταν
κάνουν ὀρθογραφικὰ λάθη — ἂς ποῦμε ὅταν βάζουν λάθος τὴν περισπωμένη —, νὰ
μάθουν νὰ ἀνέχονται τὸ λάθος καὶ νὰ τὸ συζητοῦν. Θὰ πρέπει νὰ μάθουν ὅτι
ἡ ψυχοδιανοητικὴ διαδικασία τῆς μάθησης εἶναι ἐξίσου εὔκολη ἢ ἐξίσου δύσκολη
καὶ μὲ ψιλὴ καὶ μὲ περισπωμένη καὶ χωρὶς περισπωμένη. Ὁ βάναυσος, αὐθαίρετος
καὶ χωρὶς γνώση τοῦ μηχανισμοῦ τῆς γραφῆς τρόπος ὅταν ἀποτελεῖ καθεστὼς πάντα
θὰ δυσκολεύει, θὰ τρομοκρατεῖ, πάντα θὰ εἶναι ἀναποτελεσματικός· θὰ κάνει
«ἐγγράμματους» ἀνθρώπους νὰ μὴ γράφουν, νὰ μὴ διαβάζουν, νὰ μὴ θέλουν νὰ
γράφουν καὶ νὰ διαβάζουν.
Γ. Λόγοι οἰκονομικοὶ καὶ λόγοι προσαρμογῆς
στὴν πραγματικότητα (σημεῖα 5 καὶ 6 τοῦ ψηφίσματος). Ἐδῶ τὰ πράγματα εἶναι
καθαρότατα. Πράγματι δηλαδὴ ἰσχύουν καὶ τὰ δυὸ ἐπιχειρήματα ποὺ ὅμως εἶναι ἕνα.
᾽Επικαλεῖται τὸ ψήφισμα μιὰ πραγματικότητα
ποὺ ὄντως ὑπάρχει, ἄρα λέει, πρέπει νὰ τη σεβαστοῦμε καὶ νὰ προσαρμοστοῦμε σ᾿
αὐτήν, διότι, ἂν δὲν τὴ σεβαστοῦμε, τότε θὰ εἴμαστε ἐκτὸς πραγματικότητας, δὲν
θὰ εἴμαστε ρεαλιστές.
Ἀλλὰ ποιά εἶναι αὐτὴ ἡ πραγματικότητα, τέλος
πάντων, καὶ πῶς ἔχει διαμορφωθεῖ; Καταρχὴν ἡ διαδικασία: μιὰ ὡραία πρωία μιὰ
ἐφημερίδα, ὕστερα κάποια ἄλλη2
(καὶ τα κρούσματα πολλαπλασιάζονται) ἀνήγγειλαν ὅτι στὸ ἑξῆς θὰ ἐφαρμόζουν τὸ
«μονοτονικό». Αἰτιολόγηση; τὰ «ἐπιχειρήματα» τοῦ ψηφίσματος. Ἡ ἰδιωτικὴ
πρωτοβουλία δημιουργεῖ μιὰ πραγματικότητα ποὺ μὲ τὴ σειρά της θὰ ἔλθει, σὲ ἕνα
ἄλλο ἐπίπεδο, νὰ γίνει ἐπιχείρημα γιὰ τὴν γενίκευσή της καὶ τὴ θεσμοποίησή της
(ἔχει κατατεθεῖ καὶ σχέδιο νόμου). Ἢ διαφορετικά, ἡ διαδικασία τοῦ
τετελεσμένου γεγονότος ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὣς τὸ τέλος. Ἀλλὰ αὐτὴ τὴ φορὰ ὄχι ἀπὸ
τὴν πλευρὰ τῆς αὐταρχικῆς κυβέρνησης ἀλλὰ ἀπὸ ἄλλους «ἥσσονος» σημασίας θεσμοὺς
τῆς ἐξουσίας.
Ἡ πραγματικότητα ποὺ δημιούογησαν ντὲ φάκτο
ὁρισμένες ἐφημερίδες, καὶ ἐπειδὴ οἱ ἴδιες δὲν μποροῦσαν νὰ ἐπικαλεστοῦν τὸν
μόνο καὶ πραγματικὸ λόγο ποὺ θὰ ἐξηγοῦσε τὸ διάβημά τους, γιατὶ ἔτσι δὲν θὰ
μποροῦσαν νὰ μετατρέψουν τὴν ἀνάγκη τους σὲ «ἐθνικὴ ἀνάγκη», βρῆκε ἀποκούμπι
στὴ ἐπίκληση ἱστορικῶν, γλωσσικῶν καὶ ἐκπαιδευτικῶν «ἐπιχειρημάτων».
Ἀναγκάστηκαν ἀκόμη νὰ ἐπικαλεστοῦν τὴ γενικὴ εὐαισθησία ποὺ ὑπάρχει γιὰ τὸ
παιδὶ καὶ τὰ ἐκπαιδευτικὰ πράγματα μὴ διστάζοντας νὰ ποῦν ὅτι οἱ τόνοι εἶναι
ἀντιδραστικοὶ κι ὅτι ἔπρεπε νὰ μποῦν σὲ «ἀμφισβήτηση»!
Οἱ λόγοι ὁρισμένων ἐφημερίδων εἶναι καθαροί:
καὶ τεχνικῆς καὶ οἰκονομικῆς φύσης. Ὅσες μάλιστα διαθέτουν δικά τους
τυπογραφεῖα, μὲ τὸ μονοτονικὸ γλιτώνουν «ἀνυπολόγιστη δαπάνη σὲ χρῆμα καὶ
χρόνο ἐργασίας». Αὐτὴ ὅμως ἡ «ἀνυπολόγιστη δαπάνη» εἶναι πολὺ καλὰ
ὑπολογισμένη στὰ λογιστήριά τους. Καὶ εἶναι φυσικό. Ἀλλὰ γιατί ἐμεῖς καλούμαστε
νὰ συμμεριστοῦμε τὸ λογαριασμό τους; Γιατί πρέπει νὰ πιστέψσυμε ὅτι ὁ
λογαριασμὸς καὶ ἡ οἰκονομία τους εἶναι «ἐθνικὴ ἀνάγκη»; Γιατί πρέπει καὶ μεῖς,
οἱ σημερινοὶ Νεοέλληνες καὶ οἱ αὐριανοί, νὰ κρυφτοῦμε κάτω ἀπὸ τὸ ἰδεολογικὸ
τῆς ἐθνικῆς «μας» οἰκονομίας; Ὄχι, δὲν εἶναι καθόλου δική μας αὐτὴ ἡ οἰκονομία.
Ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ μονοτονικοῦ συστήματος δὲν
ἀντιστοιχεῖ δὲ καμία ἀνάγκη, πλὴν τῆς οἰκονομίας ὁρισμένων ἐφημερίδως. Ἀκόμη κι
ἂν ὑπάρξουν δρακόντεια μέτρα ὑπὲρ τοῦ μονοτονικοῦ, ἡ λύση θὰ συνεχίζεται —
δεδομένου ὅτι γιὰ δυὸ τρεῖς γενιὲς οἱ τόνοι θὰ ὑπάρχουν, ὅπως ἐπίσης θὰ
ὑπάρχουν καὶ τὰ ὣς τώρα ἑκατομμύρια τυπωμένων σελίδων μὲ τόνους καὶ πνεύματα.
᾽Επιπλέον, σήμερα, μὲ τὸ μονοτονικὸ σύστημα, ἀφοῦ κάποιοι ἰσχυροὶ μηχανισμοὶ
τοῦ χαρίζουν τὸ φωτοστέφανο τῆς προοδευτικότητας, θὰ χωριστοῦμε σὲ
προοδευτικοὺς καὶ συντηρητικοὺς συνεχίζοντας ἕνα ἄγονο πιὰ ἀγώνα γιὰ τὸ
«γλωσσικό», ἐκεῖ ποὺ δὲν ὑπάρχει: σὲ στρατόπεδα τονούμενων καὶ ἄτονων, ὅπου οἱ
μὲν θὰ ναρκισσεύονται ὡς προοδευτικοὶ ἐπειδὴ δὲν περισπῶνται καὶ οἱ ἄλλοι θὰ
καυτηριάζονται ὡς συντηρητικοὶ ἐπειδὴ θὰ χρησιμοποιοῦν αὐτὰ τὰ «ἄχρηστα»
σύμβολα.
Ζοῦμε σὲ μιὰ κοινωνία ποὺ δὲν γράφει, ποὺ δὲν
διαβάζει (ἐννοῶ τὰ πλατιὰ λαϊκὰ στρώματα) ἀλλὰ κυρίως μιλάει, ἀκούει,
χειρονομεῖ καὶ τηλεφωνεῖ. Δυστυχῶς τὸ διάβασμα καὶ τὸ γράψιμο δὲν εἶναι μέσα
στὶς ἀγαπημένες συνήθειες τῶν Ἑλλήνων, φαινόμενο γιὰ τὸ ὁποῖο τὰ χάλια τοῦ
ἐκπαιδευτικοῦ μας συστήματος δὲν ἐνέχονται καὶ λίγο. Ἔτσι, τὸ λίγο ποὺ πῆραν τὴ
συνήθεια τὰ πλατιὰ λαϊκὰ στρώματα νὰ διαβάζουν καὶ νὰ γράφουν (μὲ τόνους)
ἔρχεται τώρα ἕνα ἄλλο σύστημα νὰ τὸ δυσκολέψει. Καὶ αὐτὸ δὲν εἶναι
προοδευτικό. Δὲν θὰ γίνουμε περισσότερο γραμματιζούμενοι ἂν δὲν μᾶς
μπλέκουν οἱ κανόνες τονισμοῦ, ὡστόσο, εἶναι σίγουρο ὅτι θὰ διαβάζουμε λιγότερο
ἂν στὶς ὀπτικὲς συνήθειες προστεθεῖ ἀκόμη μιὰ περιπλοκή, ἀκόμη μιὰ ἀπέχθεια,
ἀκόμη ἕνα ἐμπόδιο. Τὸ ζήτημα τῆς μόρφωσης τῶν παιδιῶν καὶ τῶν μεγάλων εἶναι
πολύπλοκο, δύσκολο, καὶ ἐν πάσῃ περιπτώσει δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν καθιέρωση τοῦ
μονοτονικοῦ, ὅπως πιστεύουν οἱ ὀπαδοί του.
Πῶς μποροῦν τὰ ἐκπαιδευτικὰ σωματεῖα νὰ μὴ ἔχουν
ἀνοίξει μιὰ συζήτηση γύρω ἀπ᾿ αὐτὰ τὰ προβλήματα πρὶν νὰ τὰ «λύσουν» μὲ μιὰ
συγκέντρωση καὶ μ᾿ ἕνα ψήφισμα;
……………………………………….
1.
Ὑπενθυμίζουμε γιὰ τὴν ἱστορία τοῦ θέματος ὅτι ὑπὲρ τῆς τονικῆς ἁπλοποίησης τοῦ
τονικοῦ συστήματος ἢ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ μονοτονικοῦ ἕχουν κατὰ καιροὺς ἑκφραστεῖ
ὁ Ν. Φαρδύς, ᾽Ι. Σκυλίτσης, Ἀλεξ. Πάλλης-Βλαστός, Μ. Τριανταφυλλίδης, Γ.
Χατζηδάκης, Ε. Γιαννίδης, Δ. Γληνός, Ι. Κακριδῆς κ.ἄ, ἀπὸ τοὺς παλαιοὺς καὶ
πολλοὶ σύγχρονοι ἅνθρωποι τῶν γραμμάτων καὶ τῆς ἐπιστήμης.
2.
᾽Ενδεικτικὰ ἀναφέρουμε: Τὸ Βῆμα, Τὰ Νέα, Ἐλευθεροτυπία, Θεσσαλονίκη,
Ταχυδρόμος καὶ ἄλλα ἕντυπα μικρότερης κυκλοφορίας ὅπως Ἦχος, Ἑνότητα,
Μουσική, Ζιζάνιο κ.λπ. Στὴν πραγματικότητα τὸ μονοτονικὸ σύστημα
ποὺ ἐφαρμόζουν οἱ ἐφημερίδες δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τοὺς κανόνες τοῦ
μονοτονικοῦ ποὺ δημοσίευσε τὸ Ἴδρυμα Τριανταφυλλίδη. Καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ ὁ
καθένας ἀκολούθησε τὴ βολή του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου