Πέμπτη, Ιουλίου 31, 2014

Δημήτρης Κανελλόπουλος: Ἡ νύχτα στὴν Ἁγίου Μάρκου

Δημήτρης Κανελλόπουλος:
Ἡ νύχτα στὴν Ἁγίου Μάρκου

Τὴ νύχτα ἐκείνη ποὺ ἔπεσε τὸ κέρμα
στὴν ὁδό Ἁγίου Μάρκου
κι ἄλλαξε δρόμο μιὰ ζωή!
Ὁ παμπόνηρος χωρικὸς Ἐμιλιάνο
εἶχε κατὰ κάποιον τρόπο εἰσχωρήσει
στὰ καθ’ ἡμᾶς ὡς ἄσμα ἡρωικό…

Τὸν ἔπαιζαν καὶ τὰ ραδιόφωνα…

Δὲν ἦταν ὅμως ἕνας ἤρως ἀνθυπολοχαγός!
Ὂχι! Ἕνας ἐστεμμένος ἀγρότης ἦταν
σ’ ἕναν λερὸ ἐμπορικὸ δρόμο,
καὶ συμπτωματικῶς βρέθηκε στὰ χείλη
τοῦ μοσχόμαγκα
ἐκεῖνο τὸ χειμωνιάτικο βράδυ.

Ἔτσι περίπου ἄρχισε ἡ μύησις
μὲ τὰ γνωστὰ ἀποτελέσματα
ἐνῶ ἐγὼ ἐπάσχιζα,
νὰ φύγω ἀπ’ τὴν σπασμένη λάμπα,
τὴν ἔλλειψη μπανιέρας
καὶ τὸν ὀθωμανικὸ ἀπόπατο..

Τετάρτη, Ιουλίου 30, 2014

Δημήτρης Κανελλόπουλος Τί σᾶς ἔκαμα; Μὲ ἐσκοτώσατε..!


Δημήτρης Κανελλόπουλος  
Τί σᾶς ἔκαμα; Μὲ ἐσκοτώσατε..!
 Ν.Γ. 1819
Δὲν εἶχα λόγους νὰ σᾶς πάρω
πάνω στὲς πλάτες μου
καὶ νὰ σᾶς φέρω νικητὲς
μὲς στὸ μεϊντάνι.
Νά ’χετε τοῦ κουρσάρου τὴ χαρὰ
σὰν τό ’χει πάρει ἀπόφαση,
γιὰ πάντα στὴ στεριά ν’ ἀράξει·
καὶ μὲ καινούργιο ὄνομα
- τὰ χαρτιά του ὅλα ἐντάξει-
νὰ ριζώσει καὶ νὰ πάει τὸν σπόρο του
σ’ ἄλλους μελλοντικοὺς καιρούς.

Τὶ ήσασταν
ὅταν ἀπάνω σας
μ’ ἔφερεν ἡ τύχη;
Καὶ πόσες φορὲς γιὰ χάρη σας
ἐβγῆκα σταὶς ζητείαις;
Νὰ φτιάξτε ἕνα δικό σας σπίτι·
δικό σας νὰ σηκώστε μπαϊράκι,
νά ’χετε  Ὕμνον ἐθνικὸν
καὶ ὑπηρεσίαις ἀσφαλείας
καὶ τὸ οἰκόπεδο νὰ εἶναι ἐδικό σας!
Κι ὄχι τοῦ ἀντρεπρενόρου…

Νὰ εἶμαι κι ἐγὼ μαζί σας
μέσα στὴν ἴδια την χαρά
ποὺ τὰ ἴδια ρωμαίικα μιλῶ
καὶ νὰ μπορῶ κι ἐγὼ νὰ τραγουδῶ
στὴν ἴδια μέσα τὴ χαρὰ μαζί σας..!

Τί σᾶς ἔκαμα;
Μὲ ἐσκοτώσατε..!



Πέμπτη, Ιουλίου 03, 2014

Δημήτρης Κανελλόπουλος: ΓΕΡΝΕΙ ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟ ΠΙΚΡΟ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ

ΓΕΡΝΕΙ ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟ ΠΙΚΡΟ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ
Δημήτρης Κανελλόπουλος

Γέρνει τ Σάββατο πικρό. Νοέμβρης
κι γώ, τν παρξή μου σέρνω στν καδημίας,
κε πο γράφει λλη – κινηματογράφος.

Εναι πίστευτο,
χουν πέρασαν κιόλας, τριάντα χρόνια
κα μένει τόπος διος·
μ’ κείνη τ στιγμ
μετ τ φοβερ καταγγελία το Γκόρπα
γι ποχωρήσεις κα προδοσίες κα
λλες καταστάσεις ποθετικς …

Σάββατο πικρό. Κι εναι Νοέμβρης
πως κενο τ πρω πο μ’ εχες μς τ σκέψη σου
κα σ’ αφνιδίασα, κα παρεδόθης,
ρίχνοντας πάνω μου λη σου τν γάπη.
Μ μφαν τ σύγχυση
τν κινήσεών σου, καθς
σ δηγοσα στν σκοτειν μιώροφο!

πρόσεχτη,
γώ, νας θρασύτατος βιβλιοϋπάλληλος

Κα πάλι μπροστ στ χυδαο περίπτερο
μ τος λαθραναγνστες
καθς ναβοσβήνουν τώρα τ φτα,
σούρουπο νς λλου Σαββάτου
στ διο μέρος,
ν πέφτω στν παγίδα
προσδίδοντας στς κινήσεις μου
μι ψευδ μεγαλοπρέπεια – μι πάγια τακτική,
πο πάντα
μ’ δηγε στν βυσσο.

Κα εναι πάλι Σάββατο κα εμαι στ διο μέρος
Φορ τς φέλειας τὰ ροχα
οπλος
μπροστ στ βλέμμα τν περαστικν
πο διάφορα σαρώνει τν ψυχή μου.