Σάββατο, Οκτωβρίου 20, 2012

VIRGIL CARIANOPOL: ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Virgil Carianopol
ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΣΑΣΑ

σάσα1
σ ναζητοσα κείνη τ νύχτα
ταν μ κύκλωναν τ ορλιαχτ
π’ τ ποία δν μποροσα ν βγ
λλ κα τί λύκος κατεδίωκε τ λάφι μς στν κουβέντα ποβραδς
γιατί δν γύρισες στ βάση
πλάι στς νύχτας τν μο π μελάνι;
πο πάνω του ο ετο χουν φωλις γι ν’ κουμπον τ πρωινά;
τί ραία πο λαμπάδιαζε στορία στ χέρι σου
κα πς γυρίζαν τ βουν
μετ τς χοροεσπερίδες στ unu2.
σάσα σάσα
λλοτε σουν πι μορφος πως ο κποι τς Σεμίραμις 
μιλοσαν ο νθρωποι γι σένα καθς μιλον γι ναν πόλεμο
μιλοσαν ο νθρωποι γι τ ποιήματά σου καθς μιλον γι μία πανάσταση
λλ σν βγαινα π’ τ νειρο τ δέντρα τρέχαν, μ’ παιρναν κατόπι
πως τρέχουν πίσω π’ τ τρένα


ΜΟΝΟΣ, ΜΟΝΟΣ
  
ναχωρομε. Δν πάρχει δρόμος οτε πιστροφ
τίποτε ξω π μς κε πο πμε σ κι γ
μ πρόθεση ν’ ναρριχηθομε στν κρυσταλλένιο βράχο
                        νς λαλαγμο.
Περνον στ πλάι μας ο θύελλες
μ μακρι φορέματα
ξέρουν ατς ν χορεύουν, ξέρουν ν’ γαπον.

Ο ποταμο δολοφονημένοι καρτερον
ποταμο μ’ ρεβώδεις πς
                        στ λαιμ το φεγγαριο
μς παρατηρον μς καλον

Περίπου μς χαιρετον
πάρχουν δάφη κι λλοι πλαντες
ὅπου τ αμα ξαντλημένο
πέφτει π’ τ μέτωπο στ μπράτσο.

λλ ταυτόχρονα εμαι μόνος. Δν πάρχει κανες
ν μο βγάλει τ λέξη π τ στόμα πως βγάζουν τ φίμωτρο
Γύρω πιμένουν ο νθρωποί μας μορφος τμς
μοναξι στν κο σν να πουλάκι.

πλώνω τ χέρια κι λα χάνονται.
σαν πτασίες;
ναχωρομε, ναχωρομε μ τν πόνο νὰ διογκώνεται ὅπως μπροστ ἀπὸ μία λούπα
                                                                                
κα ταυτοχρόνως δν εναι κανες
οτε θαλασσοπόροι
οτε νεμοι
οτε ποχ σν τονελ γιομάτο κόμη
                        π’ τν καπν τν διακοπν το 1933.

π τ συλλογ
νας κεανός, να μέτωπο στν ξορία,
κδόσεις unu, 1934


ΤΑ ΠΡΩΙΝΑ Ή ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΦΩΤΙΕΣ

δ, να δ μ λόγια καθαρ
            τρέχω κουρασμένος
σν μιὰ συγγνώμη πέφτω στ γόνατα
ναγνωρίζοντας νάμεσα στ δάχτυλα
            τ κριβ νμα μις ναμονς.

Σ ψώνω
σ’ να arpeggio μιὰ χλωμάδα
κα σκέψη μου πως νας τουρίστας πεινασμένος
σκαρφαλώνει πρς τ λευκ ψωμ τν χιονισμένων βουνν
τσι περιμένω
τς γαλακτοπώλισσες μ τ ζεστ φρόγαλα το πρωινο
μέσα στ θορυβώδη παρξή τους.

Θ’ ναγνωρίσουμε να ρίγος κάποιο φθινόπωρο
στ ζεστ νδύματα τς φωτις.

Τότε θ προσπαθήσω μία θλίψη
πο μ’ γγίζει
πως κόψη νς σπαθιο
ν τν βυθίσω σ’ να χμα
μς στν αωνιότητα μ τ λαλι το πετεινο.

λλ οτε νας νθρωπος δν θ πάρξει,
οτε μιὰ σφαίρα
ν θωπεύσει τ κόκκινο σίδερο π το πεταλωτ τν φθαλμό,
πως ριπὴ το νέμου,
μόνη, τελευταία,
ποὺ ξεσηκώνει τ χορταρένια θημωνι τς βης

π τ συλλογ
νας κεανός, να μέτωπο στν ξορία,
κδόσεις unu, 1934


Ὁ Virgil Carianopol  γεννήθηκε στ Caracal στις 29 Μαρτίου 1908 κα φυγε π τ ζω στις 6 πριλίου 1984. Μετ τς γκύκλιες σπουδς στ γενέθλια πόλη, γγράφεται στ Στρατιωτικ Τεχνικ Σχολ το Βουκουρεστίου (1924-1930), τν ποία γκαταλείπει γι ν γγραφε στν Φιλοσοφικ Σχολ πρξε γι λίγο συνεργάτης το περιοδικο Viața literară το George Murnu κα γι μικρ διάστημα τς πρωτοποριακς μάδας unu. Μετ τ 1936 στρέφεται στν παραδοσιακ κα κλασικ ποίηση. Τ ργο του Un ocean, o frunte in exil ντάσεται στν ρουμανικ avangarde. Διώχθηκε π τος κομμουνιστς γι τς πολιτικές του πόψεις κα φυλακίστηκε μεταξ τν τν 1956-1963 στς φυλακς το Aiud κα τς Periprava.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. προ­φα­νῶς ἐν­νο­εῖ τὸν Saşa Pană, σπου­δαῖ­ο ποι­η­τὴ τῆς ρου­μα­νι­κῆς avant-garde, ἐκ­δό­τη τοῦ πε­ρι­ο­δι­κοῦ unu.
2. unu λο­γο­τε­χνι­κὸ πε­ρι­ο­δι­κὸ τῆς ρου­μα­νι­κῆς avangarde ποὺ ἐκ­δό­θη­κe ­πὸ τοὺς Saşa Pană καὶ Moldov (Marcu Taingiu), στὸ Βου­κου­ρέ­στι καὶ στὸ Dorohoi με­τα­ξὺ τοῦ ­πρι­λί­ου 1928 καὶ τοῦ Δε­κεμ­βρί­ου 1932, στὸ ­ποί­ο δι­α­πλέ­κον­ταν στοι­χεῖ­α τοῦ νταν­τα­ϊ­σμοῦ καὶ τοῦ σου­ρε­α­λι­σμοῦ. Τὰ δέ­κα πρῶ­τα τεύ­χη του τυ­πώ­θη­καν στὸ Dorohoi καὶ τὰ ὑ­πό­λοι­πα στὸ Βου­κου­ρέ­στι. Στὶς σε­λί­δες του φι­λο­ξε­νή­θη­καν κεί­με­να, σχέ­δια καὶ φω­το­γρα­φί­ες τῶν Saşa Pană, Moldov, Madda Holda, Geo Bogza, Urmuz, Victor Brauner, Stephan Roll, Ilarie Voronca, Tristan Tzara, Vasile Dobrian, Benjamin Fondane, Aurel Zaremba, Jean David, Andre Breton, Robert Desnos, Paul Eluard, Man Ray κ.ἄ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: