Τρίτη, Ιανουαρίου 21, 2014

Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος Σημειώσεις στὰ περιθώρια τῶν ποιημάτων τοῦ Σκαρίμπα


Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος
Σημειώσεις στὰ περιθώρια τῶν ποιημάτων τοῦ Σκαρίμπα
Ἀναδημοσίευση ἀπὸ τὸ περιοδικὸ Ὀροπέδιο, τχ 12, Καλοκαίρι 2010
1. Μπά τους καὶ ἄλλα

Ὅμοιος τὸν ὅμοιο… Μπά τους στὴ χωσιά,
μ’ ἄλλη χωσιά – καὶ παίξιμο στὸ λότο –
Διάβα ὡς βολίδα ἐσὺ τὴ δημοσιὰ
μ’ ἕνα σου (κατακέφαλα) μπουρλότο!

Τέταρτη στροφή τοῦ “Ἡ Μάριον Μέξικα τοῦ Τζᾶ – II Μάχαιραν„.
Τὸ Μπά, βέβαια, δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μ’ ἐκεῖνο τὸ σημαδιακὸ “μπὰ„ τῆς “Οὐλαλούμ„· ἐδῶ εἶναι προστακτικὴ τοῦ μπαίνω μὲ τὴ σημασία τοῦ “ἔμπα τους„ , “ὅρμα τους„ . Ἀκολουθοῦν παρόμοιας προτροπῆς προστακτικὲς – διάβα, παῖξε ! , παῖξε! – μὲ ἦχο ἔκρηξης .
      Παρασημείωση : ἡ πρώτη “Μάριον Μέξικα τοῦ Τζᾶ„ στὸ “Σιχτὶρ -
Γκαλὸπ „ καβαλάει καθαρόαιμο ἄτι, ἐδῶ ὅμως σωφάρει . Ἄρα τὸ δίχως φαβορὶ στὴ δεύτερη στροφὴ σημαίνει “ χωρὶς γρήγορο φαρὶ „ . Καὶ τὸ –διές– τῆς τρίτης στροφῆς δίχως τὴν ἔκρηξη τῶν ἄλλων προστακτικῶν , ἐπιστρατευμένο γιὰ νὰ ὁμοιοκαταληκτήσει μὲ τὶς καραμπινιές . Καθαρὰ σκαριμπικὸ τὸ εὔρημα προσμένοντάΝ σΟΥ (ἀντὶ προσμένοντάΣ σΕ) , γιὰ νὰ ριμάρει μὲ τὸ βολάν σου .

2. Ἀμίλεια

Μὰ ὄχι οἱ Ἀκαδημαϊκοί της Γραμασίλια
παρὰ ἐσὺ στὸν τάφο μ’ ἥλιε μ’ στράψε
κι ἀφήνοντας τοὺς χοίρους σου – ἀμίλεια
μου κάτσε καὶ κλάψε…

Τελευταία στροφὴ τοῦ δονκιχωτικοῦ “Ἀγγέλω „ . Δὲ ἔχω ξαναδιαβάσει ἢ
ξανακούσει τὸ ἀμίλεια , ποὺ μὲ δαιμονίζει παλαιόθε . Πάντως ἡ στροφὴ συγγενεύει μὲ τὴν ἐπίσης τελευταία τοῦ ποιήματος “ Τὸ καράβι „ , ἕνα ἀπὸ τὰ γοητευτικότερα τοῦ Σκαρίμπα :
Καὶ ὕστερα μεῖνε – κι ἐγὼ – σ’ ἕνα δρόμο
καὶ – τί ὄνειρο στὸ σβῆσε καὶ στ’ ἄψε ! –
τὸ κεφάλι ἀκουμπώντας – ὁλόρθη – στὸν ὦμο
μου κλάψε…
Ἐπιστρέφω στὸ μυστηριῶδες ἀμίλεια , ποὺ δὲν κατάφερα νὰ τὸ ἐντοπίσω σὲ κάποιο λεξικό, οὔτε στὸ Ἱστορικό της Ἀκαδημίας . Οἱ δυὸ λέξεις ποὺ τὸ ἀκολουθοῦν μου κάτσε , δίνουν , ἐκ πρώτης ὄψεως τουλάχιστον, τὴν ἐντύπωση ὅτι πρόκειται γιὰ ἐπίρρημα τοπικὸ μὲ τὴ σημασία τοῦ “κοντὰ„ , “δίπλα„ , “πλάι„ κλπ. Αὐτὴ ἡ ἐγγύτητα εἶναι φανερὴ στὸ “ Καράβι „ . Ἀλλὰ ποιὸ εἶναι τὸ ἔτυμο τῆς λέξης , ποὺ θὰ ἐπέτρεπε νὰ προσεγγίσουμε τὴ σημασία της ἀκριβέστερα ; Δὲν τὸ γνωρίζω οὔτε μπορῶ νὰ τὸ εἰκάσω . (Κάτι τέτοια μὲ κάνουν καὶ τὰ βάζω πικρὰ μὲ τὸν ράθυμο ἑαυτό μου : τόσα χρόνια στὴν ἴδια πόλη μὲ τὸν ποιητὴ καὶ δὲν μπῆκα στὸν ἐλάχιστο κόπο νὰ τὸν ρωτήσω! ) Βρίσκω πάντως στὸ Ἱστορικὸ Λεξικὸ τὸ ὄχι πολυδιαδεδομένο ἐπίθετο ἄμιλος , “ ὁ μὴ ὁμιλητικὸς „ καὶ τὸ παράγωγό του ἐπίρρημα ἄμιλα , “ ἀμίλητα „ , ἀκόμη σπανιότερο .
Ἂν ὁ Σκαρίμπας τὴν Ἀγγέλω , ποὺ βόσκει χοίρους στὸ χωριό, τὴν θέλει νὰ κλάψει σ ι ω π η λ ὴ στὸν τάφο του , γιατί δὲν θὰ μποροῦσε τάχα νὰ παρασχηματίσει τὸ ἄμιλη σὲ ἀμίλεια ἔτσι ποὺ νὰ ταιριάξει μὲ τὴ Γραμασίλια ; Παλιά του τέχνη… Στὸ ἴδιο ποίημα δὲν ἔφερε τὰ πίσω μπρὸς μὲ τὸ “ – ρία – καὶ Καβάλλε – μου – Ρουστικάνα „ ; Ὅσο γιὰ τὴν ὀρθογράφηση μὲ ει , δὲν χρειάζεται νὰ συζητᾶμε – δὲν εἶναι ὁ Κωνσταντῖνος Κόντος .
Παρασημείωση : μολονότι ὁ Σκαρίμπας δὲν πολυνοιάζεται γιὰ τὸν ἀριθμὸ τῶν συλλαβῶν στοὺς στίχους του , στὴν πρώτη δημοσίευση τῆς “ Ἀγγέλως „ στοὺς Ἑαυτούληδες ὁ τέταρτος στίχος ὅλων τῶν στροφῶν εἶναι ἀπαράβατα πεντασύλλαβος . Ἀναρωτιέμαι γιατί στοὺς Ἅπαντες Στίχους ἔχει προστεθεῖ τὸ καὶ ἀνάμεσα στὰ ρήματα κάτσε καὶ κλάψε . Καλοῦ κακοῦ παρασημειώνω ἀκόμη ὅτι ὁ στίχος
                                          ’γράφετ’ ἀλλῆλες
Σημαίνει “ ἀντιγράψτε ἡ μιὰ τὴν ἄλλη „


3. Κάτι ὡραῖο κοντὰ

Καὶ νἆν’ σὰν κάτι νὰ μοῦ λές, κάτι ὡραῖο κοντὰ
γι’ ἄστρα , τὴ ζώνη ποὺ πηδᾶν τῶν νύχτιων φόντων ,
κι αὐτὸς ὁ ἄνεμος τρελά-τρελὰ νὰ μᾶς σκουντᾶ
ὅλο πρὸς τὴ γραμμὴ τῶν ὁριζόντων .
     
Τί ἄραγε σημαίνει τὸ κοντὰ ; Ἂν προσδιορίζει τὸ ὡραῖο , δὲ βλέπω ποιὰ ἄλλη σημασία μπορεῖ νὰ ἔχει ἐκτὸς ἀπὸ τὸ “περίπου „ . Τέτοια μείωση ὅμως καταστρέφει τοὺς στίχους . Μιὰ σχεδὸν ἀπονενοημένη μαρτυρία εἶναι νὰ θεωρήσουμε ὅτι προσδιορίζει τὰ ἄστρα ( κάτι ὡραῖο γιὰ κοντὰ ἄστρα ) , ὅπου τότε τὸ κοντὰ : “κοντινὰ „ .  Ἀμηχανῶ.
Στὸν τελευταῖο στίχο τῆς “ Σιωπῆς „
                              Καὶ κοντὰ ; Σι – ω – πή !...
 ἡ σημασία εἶναι : “ Καὶ ὕστερα ; « .

Μ’ ὥρια μιὰ Κούδα

Ναί , κίτρινή μου ! Νεκρὴ δὲν εἶσαι , κι εἶναι σὰ νἆσαι·
κι ἄναστρη νύχτα εἶν’ τὰ μαλλιά σου – ἂχ ! τὸ καράβι !
Καὶ τὸ φουστάνι σου – μ’ ὥρια μιὰ κούδα – ἐσὺ κοιμᾶσαι
Κι ἡ νύχτα ράβει…

Γιὰ τὴ λέξη κούδα ἡ Κατερίνα Κωστίου ἔχει ἐκτενέστατη σημείωση στὸ γλωσσάριο τῶν Ἁπάντων Στίχων ( Νεφέλη 2010 ) καὶ δηλώνει : “ Τὸ ζήτημα παραμένει ἀνοικτὸ „.
Ἂν καταλαβαίνω σωστὰ τὸ ποίημα , ἡ μικρὴ Κυρία εἶναι βαριὰ ἄρρωστο μικρὸ κορίτσι – ἑτοιμοθάνατο . Ἐπιτρέπεται, λοιπὸν νὰ σκεφτοῦμε ὅτι τὸ φουστάνι ποὺ τῆς ράβει ἡ νύχτα εἶναι τὸ νυφικό της ! Συνηθιζόταν σὲ πεθαμένα ἀνύπαντρα κορίτσια νὰ φορᾶνε νυφικὸ φόρεμα .
Στὸν θησαυρὸ Κυπριακῆς Διαλέκτου τοῦ Κωνσταντίνου Γ. Γιαγκουλῆ ( Λευκωσία 2009 ) ὑπάρχει τὸ λῆμμα  κούδα , ἡ , μὲ τὸ ἑρμήνευμα : “ ἀκαθαρσία ποὺ μαζεύεται στὶς ἄκριες μάλλινου ὑφάσματος „ . Ἡ ἀκαθαρσία , φυσικὰ , δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ὥρια , ὡστόσο οἱ “ ἄκριες τοῦ ὑφάσματος ἐνδέχεται νὰ εἶναι λείψανο τῆς ἀρχικῆς σημασίας τῆς λέξης , τῆς ὁποίας τὸ ἔτυμο , κατὰ τὸν θησαυρὸ … εἶναι τὸ ἑνετικὸ καὶ ἰταλικὸ  coda , ποὺ σημαίνει “οὐρὰ „ . Καὶ τὰ νυφικὰ ἔχουν οὐρὰ !
Προσθέτω ὅτι στὸν εὐρετηριακὸ ΚΓ΄ τόμο τὴ Λαογραφίας ( 1970 ) στὸ λῆμμα κούδα ( ἡ ) παράκειται ἡ ἐξήγηση “ γυναικεῖον ἔνδυμα „ , ἐνῶ στὸ Λεξικὸ τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας τοῦ Παπύρου καὶ τὸ Μεσαιωνικό του Ἔμμ. Κριαρὰ ἡ λ. ἑρμηνεύεται : “ αἰχμὴ , προεξοχὴ „ .
Στὸ ἴδιο ποίημα ὁ πρῶτος στίχος τῆς δεύτερης στροφῆς ἔχει ἀτυχήσει καὶ στὴ συλλογὴ Ἑαυτούληδες (1950) καὶ στὶς ἐκδόσεις τῶν Ἁπάντων Στίχων :
      Καὶ τὴν ποδίτσα σου Τὸ πρόσωπό σου σὰν φωτάκι , ἀπ’ ὅπου λείπει τὸ ’ν .
Ὁ στίχος χωλαίνει μετρικὰ καὶ στὶς δυὸ μορφές. Στὸ ἀντίτυπο τῶν Ἑαυτούληδων ὁ Σκαρίμπας διορθώνει ἰδιοχείρως τὸ δεύτερο ἡμιστίχιο :
                  Τὸ πρόσωπό σου σὰν ’νΑ φωΣάκι (κεφαλαιογραφῶ ἐγὼ ) ἀποκαθιστώντας τὸ μέτρο μὲ τὸ ’να ( : ἕνα ) καὶ ἐπαναφέροντας τὴ μορφὴ τοῦ ὑποκοριστικοῦ ποὺ προτιμᾶ (πβ. πρόχειρα τους στίχους
                        ἡ κάμαρά μου , ἕνα φωσάκι , ἕνα βιβλίο
Καὶ
                        Ἕνα βιβλίο, ἕνα φωσάκι – καὶ πονῶ –
Τοῦ ποιήματος “ Ἔχω δουλειά „ ) .



1 σχόλιο:

Νώντας Τσίγκας είπε...

Ακούραστος ο ..."Σκαριμπικός" (γιατί να μην το λέμε;) αειθαλής και άεργος κύριος Νίκος!
Αυτός ο "Παπαδιαμαντικός" να προσπαθεί να φιλοξενεί και να ξεδιαλύνει πολύτιμους εντός του δυό φαινομενικά αντίθετους κι αντίπαλους κόσμους. Της Σκιάθου και της Χαλκίδας όπως μας τον παρέδωσαν οι δυό στέκοντας μακρυά από τον κόσμο...