Κυριακή, Οκτωβρίου 28, 2012

Η.Χ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, ΡΩΜΗ 2007: ΒΟΤΑΝΙΚΕΣ ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ

Ἠλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος

Ρώμη 2007:
βοτανικὲς ἐντυπώσεις


γιὰ τὴν Νιόβη — τὴν ἀθώα τῶν κήπων…

     Μᾶς ἔχει σημαδέψει (ἐννοῶ τὴ γενιά, στὴν ὁποία ἀνήκω) ἐκείνη ἡ ἐκρηκτικὴ περίοδος τοῦ ἰταλικοῦ κινηματογράφου — ἐκείνη ἡ καταιγιστικὴ ἄνθηση τοῦ νεορεαλισμοῦ τῆς δεκαετίας, κυρίως τοῦ ’60, μὲ τὴν ἀκένωτη πλειάδα σκηνοθετῶν καὶ ἠθοποιῶν καὶ (θὰ πρέπει νὰ προσθέσω) μὲ τὸν κυρίαρχο καὶ τελεσίδικο τρόπο ποὺ ἡ μουσικὴ ὑπόκρουση παγίωνε, κάθε φορά, τὰ διαδραματιζόμενα.
    Ἀπὸ τότε εἶχα ἐπισημάνει ἕνα ἐξωκινηματογραφικὸ γεγονός : ὁσάκις ἡ δράση ἐξελισσόταν στὴ Ρώμη, ἤ, στὰ πέριξ, μὲ ἐντυπωσίαζαν οἱ δεντροστοιχίες μὲ τὶς κουκουναριές: ἡ συναρπαστικὴ ὀμορφιὰ αὐτοῦ τοῦ δέντρου, ἡ γαλήνη ποὺ ἀποπνέει, ἡ ρώμη του καὶ — γιατί ὄχι; — μιὰ μυθικὴ αἴσθηση μὲ τὴν ὁποία σὲ περιβάλλει.

Παρασκευή, Οκτωβρίου 26, 2012

GIB MIHAIESCU: Η ΥΠΟΧΩΡΗΣΗ

Gib Mihaiescu
Ἡ Ὑποχώρηση
 Ἀπόδοση στὰ ἑλληνικά*: Δημήτρης Κανελλόπουλος

Κάτω ἀπὸ τὸν μουντὸ οὐρανὸ τοῦ Φθινοπώρου, καὶ γιὰ τρεῖς μέρες στὴ σειρὰ ὑποχωροῦσε  μία ἀτέλειωτη γκρίζα στρατιά. Μεγάλα, ἄτακτα τμήματα, ὁμάδες ἀπομονωμένες, σκόρπιοι φαντάροι, καβαλάρηδες καὶ πεζικάριοι πάνω σὲ καρότσες ἢ σὲ πάνω πυροβόλα περνοῦσαν κατὰ τμήματα σὲ μία ἀτέλειωτη ἀνακατωσούρα. Κοπάδια ἀνθρώπινα χωρὶς σχῆμα καὶ χωρὶς καθοδηγητές·  ἦταν μάταιο νὰ ψάξεις κάποιον μέσα σ’ αὐτὴ τὴν ἀναμπουμπούλα. Μιὰ ἀόρατη δύναμη τοὺς ἔσπρωχνε ὅλους ἀνεξαιρέτως· ὁ ἴδιος σταθερὸς στόχος, ἕνα ἄστρο ὁδηγὸς χαμένο στὴν μόλις ὁρατὴ ἀνατολή, ποὺ μόνο τὰ μάτια τῶν φυγάδων θαρρεῖς πὼς ἔβλεπαν.
Ἀπὸ τὸ βρώμικο τζάμι της, τὸ καλυμμένο ἀπὸ τὴν πάχνη, ἡ Ἀντίτσα, τοὺς ἔβλεπε νὰ περνοῦν. Ἀλλὰ ὁ δικός της ἄνθρωπος φαίνεται πὼς τράβηξε σὲ ἄλλους δρόμους, ἂν δὲν ἄφησε τὰ κοκαλάκια του σὲ καμιὰ βουνοπλαγιά!
Τὴν τέταρτη μέρα δὲν πέρασε κανείς. Ὅταν ἔπεσε τὸ σούρουπο ἡ Ἀντίτσα σκέφτηκε, πὼς ἀπὸ τώρα κι ὕστερα, πρέπει νἄρχεται ἡ σειρὰ τῶν ἐχθρῶν. Ἔνοιωθε τὴν καρδιὰ της σφιγμένη ἀπὸ ἕναν παράξενο κι ἐνοχλητικό φόβο. Τί θὰ συμβεῖ ἄραγε τώρα; Ἐδῶ στὴν ἄκρη τοῦ χωριοῦ, τόσο μακριὰ ἀπ’ τ’ ἄλλα σπίτια, τῆς φαινόταν πὼς ὅλος ὁ κόσμος εἶχε ὑποχωρήσει μαζὶ μὲ τοὺς φαντάρους. Αἰσθάνεται τόσο μόνη καὶ μιὰ κρυάδα κοφτερὴ διαπερνᾶ ὅλα τὰ μέλη τοῦ σώματός της. Ἡ ἀπέραντη σιγῆ τὴν καταβάλλει· αἰσθάνεται μιὰ κούραση στὰ πόδια καὶ ἀποκαμωμένη πέφτει πάνω στὰ στρωσίδια.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 22, 2012

AUREL ZAREMBA: ΑΝΟΙΓΜΑ (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ)

Jules Perahim: Στ γάμο
Aurel Zaremba
Ἀποσπάσματα 
ἀπὸ τὸ ποίημα “Ἄνοιγμα”
Ἀπόδοση στὰ ἑλληνικὰ Δημήτρης Κανελλόπουλος
3
Ὁ ἀέρας βάφει τὶς ψυχὲς
χορεύει τὸ οὐράνιο τόξο

ἡ τεμπελιὰ στὰ ἀσημένια μπράτσα
πλημμυρίζουν τὶς ὄχθες
φύλλα κασσίτερου ἐκτείνονται
κελαϊδίσματα

τὸ δάσος σὰν ἕνα σάλι
σοῦ τινάζει τὰ κρόσσια

στὴν ζαλατίνα τοῦ πρωινοῦ
στὰ κλαδιὰ ἀνθίζουν πουλιὰ

7

τὸ χῶμα ἀποσυντίθεται
ἰδρώνοντας στοὺς πόρους τῶν οἰμωγῶν

οἱ μίσχοι τῶν λουλουδιῶν
κρατοῦν τὴν ἐνορχήστρωση τοῦ κάμπου

οἱ ἀντένες τοῦ ἥλιου
μαζεύουν τὰ ὑπολείμματα τῆς νύχτας

κρεμασμένα ἀπὸ τὴ μούρη τῶν ἀγελάδων
τὰ ρυάκια τραμπαλίζονται σὰν ἕνα δίχτυ

οἱ σαϊτιὲς τῶν πουλιῶν
ἀποσπῶνται ἀπὸ τὸ φράγμα τοῦ δάσους

τὸ φουλάρι τῶν ἁμαξάδων
τυλίγεται στὴν κουβαρίστρα τῶν δέντρων

οἱ γάτες τῶν πανσέδων
κλώθουν τὸν κισσὸ τοῦ φωτὸς

11
Ἡ καπνιὰ τοῦ πέπλου
κυκλωμένη ἀπὸ τὸ φίλντισι τῶν ὤμων
ἔκλεισαν οἱ γραμμὲς τοῦ φωτὸς
μὲ ὁλοκαίνουργιες κλειδαριὲς
λευκὰ γεφύρια στρώνουν
σὰν τὰ τραπεζομάντιλα
τὸ ρίγος τῶν καραβιῶν
μὲ ὑδάτινα πανιὰ
εἶναι σκεπασμένα τὰ νερὰ
μὲ τὰ πανιὰ τῶν καραβιῶν
οἱ φωνὲς τῶν μικρῶν ψαράδων
σὰν τὸ πέταγμα τῆς πεταλούδας
ἀνάμεσα στὰ εἴδη – τῶν ματιῶν τὰ κιγκλιδώματα
οἱ ματιὲς σὰν περιστέρια
πέφτουν πάνω ἀπὸ τὴν πόλη
στρωμένοι οἱ δρόμοι μὲ χαλιὰ
τὰ τόξα τῆς νύχτας
ἄνθισαν φῶτα τεχνητὰ
τὸ βῆμα ξεθάβει ἤχους τοῦ παρελθόντος.

Aurel ZarembaA. Zaremba γεννήθηκε στὶς 21 Ἰουλίου 1908 στὸ Ἰάσιο τῆς Ρουμανίας κι ἔφυγε ἀπὸ τὴ ζωὴ στὶς 9 Αὐγούστου τοῦ 1930. Εἶναι γνωστὸς καὶ μὲ τὸ ψευδώνυμο Azar. Ποιητὴς τῆς ρουμανικῆς avant-garde. Ὑπῆρξε διευθυντὴς ἔκδοσης τοῦ περιοδικοῦ XX-Σύγχρονη Λογοτεχνία, συνεργάτης μὲ τὸ περιοδικὸ unu τοῦ Saşa Pană καὶ συνεργάτης τοῦ περιοδικοῦ Prospect ποὺ ἐξέδιδε ὁ φίλος του Virgil Gheorghiu. Δὲν ἐξέδωσε κανένα βιβλίο στὴν διάρκεια τῆς σύντομης ζωῆς του. Μετὰ τὸ θάνατό του, ὁ Saşa Pană, τὸ 1933, συγκέντρωσε καὶ ἐξέδωσε τὰ ποιήματά του σ’ ἕναν τόμο ὑπὸ τὸν τίτλο Deschidere (Ἄνοιγμα), σὲ 151 ἀντίτυπα, μὲ πορτραῖτο του τὸ ὁποῖο  φιλοτέχνησε Jules Perahim. Ποιήματα τοῦ Aurel Zaramba ἀποδίδονται γιὰ πρώτη φορὰ στὰ ἑλληνικά.


Σάββατο, Οκτωβρίου 20, 2012

VIRGIL CARIANOPOL: ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Virgil Carianopol
ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΣΑΣΑ

σάσα1
σ ναζητοσα κείνη τ νύχτα
ταν μ κύκλωναν τ ορλιαχτ
π’ τ ποία δν μποροσα ν βγ
λλ κα τί λύκος κατεδίωκε τ λάφι μς στν κουβέντα ποβραδς
γιατί δν γύρισες στ βάση
πλάι στς νύχτας τν μο π μελάνι;
πο πάνω του ο ετο χουν φωλις γι ν’ κουμπον τ πρωινά;
τί ραία πο λαμπάδιαζε στορία στ χέρι σου
κα πς γυρίζαν τ βουν
μετ τς χοροεσπερίδες στ unu2.
σάσα σάσα
λλοτε σουν πι μορφος πως ο κποι τς Σεμίραμις 
μιλοσαν ο νθρωποι γι σένα καθς μιλον γι ναν πόλεμο
μιλοσαν ο νθρωποι γι τ ποιήματά σου καθς μιλον γι μία πανάσταση
λλ σν βγαινα π’ τ νειρο τ δέντρα τρέχαν, μ’ παιρναν κατόπι
πως τρέχουν πίσω π’ τ τρένα


ΜΟΝΟΣ, ΜΟΝΟΣ
  
ναχωρομε. Δν πάρχει δρόμος οτε πιστροφ
τίποτε ξω π μς κε πο πμε σ κι γ
μ πρόθεση ν’ ναρριχηθομε στν κρυσταλλένιο βράχο
                        νς λαλαγμο.
Περνον στ πλάι μας ο θύελλες
μ μακρι φορέματα
ξέρουν ατς ν χορεύουν, ξέρουν ν’ γαπον.

Ο ποταμο δολοφονημένοι καρτερον
ποταμο μ’ ρεβώδεις πς
                        στ λαιμ το φεγγαριο
μς παρατηρον μς καλον

Περίπου μς χαιρετον
πάρχουν δάφη κι λλοι πλαντες
ὅπου τ αμα ξαντλημένο
πέφτει π’ τ μέτωπο στ μπράτσο.

λλ ταυτόχρονα εμαι μόνος. Δν πάρχει κανες
ν μο βγάλει τ λέξη π τ στόμα πως βγάζουν τ φίμωτρο
Γύρω πιμένουν ο νθρωποί μας μορφος τμς
μοναξι στν κο σν να πουλάκι.

πλώνω τ χέρια κι λα χάνονται.
σαν πτασίες;
ναχωρομε, ναχωρομε μ τν πόνο νὰ διογκώνεται ὅπως μπροστ ἀπὸ μία λούπα
                                                                                
κα ταυτοχρόνως δν εναι κανες
οτε θαλασσοπόροι
οτε νεμοι
οτε ποχ σν τονελ γιομάτο κόμη
                        π’ τν καπν τν διακοπν το 1933.

π τ συλλογ
νας κεανός, να μέτωπο στν ξορία,
κδόσεις unu, 1934


ΤΑ ΠΡΩΙΝΑ Ή ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΦΩΤΙΕΣ

δ, να δ μ λόγια καθαρ
            τρέχω κουρασμένος
σν μιὰ συγγνώμη πέφτω στ γόνατα
ναγνωρίζοντας νάμεσα στ δάχτυλα
            τ κριβ νμα μις ναμονς.

Σ ψώνω
σ’ να arpeggio μιὰ χλωμάδα
κα σκέψη μου πως νας τουρίστας πεινασμένος
σκαρφαλώνει πρς τ λευκ ψωμ τν χιονισμένων βουνν
τσι περιμένω
τς γαλακτοπώλισσες μ τ ζεστ φρόγαλα το πρωινο
μέσα στ θορυβώδη παρξή τους.

Θ’ ναγνωρίσουμε να ρίγος κάποιο φθινόπωρο
στ ζεστ νδύματα τς φωτις.

Τότε θ προσπαθήσω μία θλίψη
πο μ’ γγίζει
πως κόψη νς σπαθιο
ν τν βυθίσω σ’ να χμα
μς στν αωνιότητα μ τ λαλι το πετεινο.

λλ οτε νας νθρωπος δν θ πάρξει,
οτε μιὰ σφαίρα
ν θωπεύσει τ κόκκινο σίδερο π το πεταλωτ τν φθαλμό,
πως ριπὴ το νέμου,
μόνη, τελευταία,
ποὺ ξεσηκώνει τ χορταρένια θημωνι τς βης

π τ συλλογ
νας κεανός, να μέτωπο στν ξορία,
κδόσεις unu, 1934


Ὁ Virgil Carianopol  γεννήθηκε στ Caracal στις 29 Μαρτίου 1908 κα φυγε π τ ζω στις 6 πριλίου 1984. Μετ τς γκύκλιες σπουδς στ γενέθλια πόλη, γγράφεται στ Στρατιωτικ Τεχνικ Σχολ το Βουκουρεστίου (1924-1930), τν ποία γκαταλείπει γι ν γγραφε στν Φιλοσοφικ Σχολ πρξε γι λίγο συνεργάτης το περιοδικο Viața literară το George Murnu κα γι μικρ διάστημα τς πρωτοποριακς μάδας unu. Μετ τ 1936 στρέφεται στν παραδοσιακ κα κλασικ ποίηση. Τ ργο του Un ocean, o frunte in exil ντάσεται στν ρουμανικ avangarde. Διώχθηκε π τος κομμουνιστς γι τς πολιτικές του πόψεις κα φυλακίστηκε μεταξ τν τν 1956-1963 στς φυλακς το Aiud κα τς Periprava.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. προ­φα­νῶς ἐν­νο­εῖ τὸν Saşa Pană, σπου­δαῖ­ο ποι­η­τὴ τῆς ρου­μα­νι­κῆς avant-garde, ἐκ­δό­τη τοῦ πε­ρι­ο­δι­κοῦ unu.
2. unu λο­γο­τε­χνι­κὸ πε­ρι­ο­δι­κὸ τῆς ρου­μα­νι­κῆς avangarde ποὺ ἐκ­δό­θη­κe ­πὸ τοὺς Saşa Pană καὶ Moldov (Marcu Taingiu), στὸ Βου­κου­ρέ­στι καὶ στὸ Dorohoi με­τα­ξὺ τοῦ ­πρι­λί­ου 1928 καὶ τοῦ Δε­κεμ­βρί­ου 1932, στὸ ­ποί­ο δι­α­πλέ­κον­ταν στοι­χεῖ­α τοῦ νταν­τα­ϊ­σμοῦ καὶ τοῦ σου­ρε­α­λι­σμοῦ. Τὰ δέ­κα πρῶ­τα τεύ­χη του τυ­πώ­θη­καν στὸ Dorohoi καὶ τὰ ὑ­πό­λοι­πα στὸ Βου­κου­ρέ­στι. Στὶς σε­λί­δες του φι­λο­ξε­νή­θη­καν κεί­με­να, σχέ­δια καὶ φω­το­γρα­φί­ες τῶν Saşa Pană, Moldov, Madda Holda, Geo Bogza, Urmuz, Victor Brauner, Stephan Roll, Ilarie Voronca, Tristan Tzara, Vasile Dobrian, Benjamin Fondane, Aurel Zaremba, Jean David, Andre Breton, Robert Desnos, Paul Eluard, Man Ray κ.ἄ.